ΦΙΛ

ΦΙΛ

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Τέλος Εποχής

Κάπου εδώ ο «Αριστερός Χρονογράφος» μάλλον ολοκλήρωσε τον κύκλο της ζωής του. Ένα blog που δημιουργήθηκε το φθινόπωρο του 2012 και που αρχική αιτία για τη δημιουργία του ήταν η αντιμετώπιση της συνεχώς αυξανόμενης παράνοιας μέσα στη ΔΗΜΑΡ. Διότι, όπως αναφέρεται και στον υπότιτλο του blog, «Qui Tacet Consentire Videtur». Όποιος σιωπά θεωρείται ότι συμφωνεί. Και οι διαφωνίες έπρεπε να δημοσιοποιηθούν, ώστε να υπάρχει μια ηθική τάξη και μια εντιμότητα τουλάχιστον ανάμεσα σε μένα και στα άτομα τα οποία με γνώριζαν προσωπικά εντός της ΔΗΜΑΡ.

Από κει και πέρα η ΔΗΜΑΡ είχε την κατάληξη που είχε, ανώφελο να τα συζητάμε συνέχεια. Το blog παρέμεινε ζωντανό και κυρίως προσπάθησε να συνεισφέρει στο διάλογο για την ενωμένη «κεντροαριστερά», όπως θα δεχθούμε συμβατικά την ονομασία αυτού του πολιτικού γεωγραφικού προσδιορισμού, προσπαθώντας πάντα να κρατήσει μια ανεξαρτησία από οποιοδήποτε συγκεκριμένο πολιτικό χώρο.

Στην αρχή τάχθηκε με την «πρωτοβουλία των 58». Με το ναυάγιο αυτής της πρωτοβουλίας ο «Αριστερός Χρονογράφος» υποστήριξε πολιτικά την δημιουργία της «Ελιάς» και της «Δημοκρατικής Παράταξης». Ο βασικός λόγος που ακολούθησε αυτήν την πορεία είναι ότι διέκρινε σε αυτήν την πρωτοβουλία μιαν καθαρή ενωτική προσπάθεια για όλον τον ευρύτερο χώρο. Οι φορείς της Ελιάς αντικειμενικά ήταν οι μόνοι που κάναν και εξακολουθούν να κάνουν (όχι μόνοι πλέον)  λόγο για ευρύτερες συγκλίσεις. Ο «Αριστερός Χρονογράφος» έχοντας μελετήσει κουτσά στραβά κάποια πράγματα από την πρόσφατη πολιτική ιστορία της Ελλάδος, και έχοντας φτάσει στο συμπέρασμα ότι αν κάπου χωλαίνει η πολιτική στην πολύ νεώτερη ιστορία της Ελλάδας, αλλά και παλαιότερα, είναι οι ευρύτερες συγκλίσεις, θεώρησε ότι έπρεπε να γίνει μέρος αυτής της προσπάθειας. 

Δυστυχώς όμως οι εξελίξεις εντός του χώρου της ευρύτερης κεντροαριστεράς δεν άφησαν περιθώρια για την ανάπτυξη πολλών ανεξάρτητων φωνών. Ο «Αριστερός Χρονογράφος» θεωρεί ότι πνίγεται από συγκεκριμένες ιδιοπάθειες του χώρου.

Ο κατακερματισμός του χώρου θα μπορούσε να αποβεί λειτουργικός εάν στόχευε στην αποσαφήνιση των συγκεκριμένων πολιτικών & ιδεολογικών χαρακτηριστικών των σχηματισμών που τον απαρτίζουν σε μονοκυτταρικό επίπεδο, υπό την έννοια όμως ότι αυτή η αποσαφήνιση θα λειτουργούσε σαν ένα εργαλείο για τη λειτουργικότερη σύγκλισή τους σε ένα ενωτικό πολυκυτταρικό σχήμα με σαφείς κυβερνητικές προοπτικές, για την προοδευτική μεταρρυθμιστική διέξοδο από την κρίση.

Παρόλα αυτά όμως η συνεχής τριχοτόμηση του χώρου δίνει την εικόνα ομάδων που θέλουν απλά να διατηρήσουν αναλλοίωτα και αδιαπραγμάτευτα τα δικά τους χαρακτηριστικά, για την προσωπική τους αυτοεπιβεβαίωση και μόνο. Η όποια διαδικασία προς τα εμπρός είναι πολύ αργή, πάρα πολύ αργή, ανεπίτρεπτα αργή. Χαρακτηριστική πολλές φορές είναι η μονομέρεια των απόψεων που εκφράζονται από κάθε πολιτικό οργανισμό, και το πολωτικό και εκ των προτέρων απορριπτικό για τη διαφορετική άποψη ύφος τους. Η μετριοπάθεια είναι είδος εν ανεπαρκεία. Η έλλειψη μετριοπάθειας σκοτώνει τον «Αριστερό Χρονογράφο»

Οι νέες φωνές που μας προτείνονται είναι ήδη παλιές. Και αυτό υπό διττή έννοια. Στην ουσία πρόκειται ή για φωνές που υπάρχουν και ακούγονται εδώ και πολλά χρόνια και που έχουν συμβάλλει στη δημιουργία της τωρινής κατάστασης μέσα από τη δεκαετή και εικοσαετή συμμετοχή τους σε πολιτικά κόμματα της κυρίως της Αριστεράς, ή, ακόμα χειρότερο, για νεαρότερους σε ηλικία που, διαγωνιζόμενοι σε ασκήσεις παλαιοκομματικού ύφους και ορθόδοξης εσωκομματικής συμπεριφοράς τύπου «καμαρίλας», κάνουν τα σωστά πολιτικά κονέ και, συμμετέχοντας στις σωστές παρέες, καταλαμβάνουν για το θεαθήναι θέσεις στις κεντρικές επιτροπές των κομμάτων, ενώ ο πολιτικός τους λόγος αποτελεί μνημείο κενότητας και πλαγιαρισμού. Με αυτόν όμως τον τρόπο μόνο εξασφαλίζεται η προώθηση της φωνής τους μέσω των υπαρχόντων καναλιών επικοινωνίας.

Ο «Αριστερός Χρονογράφος» έχει κουραστεί από όλα αυτά και θα σιγήσει. Πιο πολύ όμως τον κουράζει η έλλειψη προοπτικής που αναδεικνύεται από όλα τα παραπάνω φαινόμενα. Η ανάταση που έφερε η δημιουργία της ΔΗΜΑΡ πριν από πέντε χρόνια νοιώθω πως έχει εξανεμιστεί πλήρως σήμερα, ενώ μόνο η καθημερινή ηλεκτρονική αποδελτίωση και μελέτη δεκάδων άρθρων, που εδώ και μήνες πλέον λένε τα ίδια και τα ίδια, έχει κλέψει χρόνο από αγαπημένες προσωπικές και επαγγελματικές ασχολίες, και οι οποίες πρέπει να αποκατασταθούν για να λειτουργήσει η ανθρώπινη ισορροπία.

Πολύ πιθανό αυτή η περίοδος αποτοξίνωσης να χρειαστεί να κρατήσει λίγο καιρό μόνο και το blog να επανέλθει. Όχι όμως ως «Αριστερός Χρονογράφος». Μια τραγική διαπίστωση που έκανα είναι ότι ο όρος «Αριστερά» στη δεκαετία του 2010 έχει εκφυλιστεί για τα καλά. Εγώ ήξερα από παλιά ότι ο όρος «Αριστερός» είναι όρος που εμπνέει αν μη τι άλλο σεβασμό. Το είχα ζήσει στο στρατό, θεωρώ ταπεινά ότι τον είχα τιμήσει αυτόν τον όρο με τη πρακτική μου, και ο αντίκτυπος του στις διαπροσωπικές και ημιθεσμικές σχέσεις ήταν παραπάνω από ορατός, ήταν απτός. Ο «Αριστερός» όμως σήμερα αναφέρεται σε παλιά και ξεπερασμένα πρότυπα. Η καπηλεία του όρου από τον ΣΥΡΙΖΑ και τα λοιπά ημιαναρχικά γκρουπούσκουλα του έχει δώσει το τελικό χτύπημα. Τον έχει καταστήσει αναχρονιστικό, παλαιολιθικό και οπισθοδρομικό.

Αν ποτέ επανέλθει το νέο blog, θα είναι αριστερό στην ψυχή, φιλελεύθερο στη σκέψη, συντηρητικό στην τσέπη.

Ένα βαθύ ευχαριστώ για όσους μπήκατε έστω και μια φορά στις σελίδες του «Αριστερού Χρονογράφου»

ΔΚ (Εμού του Ιδίου)

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Ένας Άγιος από το Κονγκό (του Κώστα Γιαννακίδη)

Από τα θεωρεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βλέπω τον Denis Mukwege να παραλαμβάνει το βραβείο Ζαχάρωφ από τα χέρια του Μάρτιν Σουλτς και προσπαθώ να βρω τι είναι εκείνο που διαχωρίζει την τρέλα από τον ηρωισμό και την υπέρβαση από το παράλογο. Και όσο βλέπω, δίπλα μου, τους ανθρώπους από το Κονγκό να πανηγυρίζουν, τραγουδώντας κάτι δικό τους, καταλαβαίνω πώς αυτό που ψάχνω, πιθανότατα δεν είναι μέσα μου. Α, όχι, μπορεί να τώρα να σας συστήνω τον Mukwege ως παράδειγμα ηρωισμού, αυταπάρνησης και προσφοράς, αλλά δεν μπορώ να βάλω τον εαυτό μου στη θέση του. Ξέρω, θα μου πείτε ότι ο ηρωισμός είναι ένα λουλούδι που ανθίζει σε καμμένη γη. Γεννιούνται ήρωες σε ένα χώμα που είναι μαλακό σαν βούτυρο; Ναι, γεννιούνται, απλώς δεν είναι σαν τον Mukwege. Μάθετε λοιπόν και εσείς ποιος είναι ο γιατρός από το Κονγκό που τιμήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το βραβείο Ζαχάροφ για την Ελευθερία της Σκέψης.
Ο Mukwege γεννήθηκε το 1955 στο Κονγκό (πρώην βελγική αποικία, μην τα ξεχνάμε αυτά), στο χειρότερο μέρος του κόσμου για τις γυναίκες. Σπούδασε ιατρική, πήρε την ειδικότητα του γυναικολόγου και δημιούργησε μία κλινική στο ανατολικό Κονγκό, που καταστράφηκε πλήρως όταν ξέσπασε ο εμφύλιος το 1996. Δεν έχω την απαίτηση να γνωρίζετε για τον εμφύλιο στο Κονγκό. Εγώ δεν είχα ιδέα. Κατάλαβα, όμως, τι συμβαίνει, όταν ο γιατρός μας έδειξε το κινητό του (παλιό, δεκαετίας) για να ζητήσει να σας μεταφέρουμε ότι άνθρωποι πεθαίνουν και υποφέρουν σε έναν εμφύλιο που ξέσπασε για τον έλεγχο των πρώτων υλών της χώρας. «Κάθε φορά που χρησιμοποιείτε το τηλέφωνό σας, να σκέφτεστε ότι κατασκευάζεται από υλικά για τα οποία πεθαίνουν άνθρωποι σε μία χώρα που είναι τόσο πλούσια σε πρώτες ύλες, αλλά τόσο φτωχή σε βιοτικό επίπεδο...». Αυτή η ιστορία είναι χαραγμένη στον χάρτη της Αφρικής. Όμως η ιστορία του γιατρού είναι μοναδική. Γιατί στο Κονγκό οι γυναίκες είναι τα μεγαλύτερα θύματα του πολέμου. Κάθε μέρα καταγράφονται 14 βιασμοί. Εννοείται ότι είναι πολλαπλάσιοι, μιλάμε για αυτούς που δηλώνονται. Πάντα έτσι δεν γινόταν; Οι στρατοί στον πόλεμο έχουν μια έφεση στο πλιάτσικο και στους βιασμούς. Στο Κονγκό είναι και μέθοδος πολέμου. Αν βιάσεις τις γυναίκες των αντιπάλων, διαλύεις τις οικογένειές τους. Οι γυναίκες θεωρούνται ανεπιθύμητες. Και αν γεννηθούν και παιδιά από τον βιασμό, καθίστανται απόβλητα της κοινωνίας. Εκεί ο βιασμός είναι κάτι σαν κουλτούρα. Το αδίκημα θεσπίστηκε σχετικά πρόσφατα, μετά από διεθνείς πιέσεις, αλλά εκεί θεωρείται αστείο να μένεις στη φυλακή για βιασμό. Τους καταδικάζουν και τους αφήνουν. Και έτσι ο Denis Mukwege έχει εδώ και χρόνια δουλειά να κάνει.
Όταν άνοιξε και πάλι το νοσοκομείο του, το 1999, προσέφερε ιατρική βοήθεια σε 40.000 γυναίκες που έπεσαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Απίστευτο νούμερο. «Ξέρεις τι είναι να σου φέρνουν κοριτσάκι έξι μηνών και να διαπιστώνεις ότι βιάστηκε; Ακόμα και οι πιο έμπειροι χειρούργοι σοκάρονται με αυτά που βλέπουν στην κλινική μου. Όμως εγώ βλέπω κάθε γυναίκα σαν τη δική μου γυναίκα. Σαν τη μάνα μου. Σαν τις κόρες μου. Μόνο τον τελευταίο μήνα στο ανατολικό Κονγκό 200 άνθρωποι σφαγιάστηκαν. Έγκυες γυναίκες ξεκοιλιάστηκαν για να τους βγάλουν τα έμβρυα, παιδιά ακρωτηριάστηκαν...».
Ο γιατρός ξεκίνησε καμπάνια για τα δικαιώματα των γυναικών. Και αυτό δεν άρεσε σε κανέναν. Ούτε στην κυβέρνηση του Κονγκό, ούτε στους αντάρτες που αντιμάχονται το καθεστώς. Το 2012 ο Mukwege και η οικογένειά του δέχθηκαν δολοφονική επίθεση. Επέζησαν και διέφυγαν στη Σουηδία και στο Βέλγιο. Ο Mukwege επέστρεψε το 2013, όταν γυναίκες από το Κονγκό, που ζουν με ένα δολάριο τη μέρα, συγκέντρωσαν τα χρήματα για το αεροπορικό του εισιτήριο. Εργάζεται και πάλι στην κλινική του, σχετικά «ασφαλής» καθώς είναι πλέον μία παγκοσμίως γνωστή προσωπικότητα. Ωστόσο κανένα μέσο του Κονγκό δεν έχει δημοσιεύσει συνέντευξή του...
Παρέλαβε το βραβείο του και μίλησε για την πατρίδα του, για μια χώρα που «δεν έχει πόλεμο πια, αλλά δεν έχει ούτε και ειρήνη». Ζήτησε από την Ευρώπη να πιέσει προκειμένου να εφαρμοστεί η ειρηνευτική συμφωνία που υπέγραψαν οι αντιμαχόμενες πλευρές το 2012. Και θύμισε ότι ο πόλεμος εκεί κάτω στην πραγματικότητα γίνεται λόγω οικονομικών συμφερόντων που θέλουν τον έλεγχο των πρώτων υλών. «Δεν μπορούμε να έχουμε οικονομική ανάπτυξη χωρίς να πεθαίνουν άνθρωποι;» αναρωτήθηκε. Κάτι τέτοιο είπε από το ίδιο βήμα και ο Πάπας την Τρίτη. Το είπε πιο παραστατικά και ο Άγιος την Τετάρτη.
Βραβείο Ζαχάρωφ
Το Βραβείο Ζαχάρωφ για την Ελευθερία της Σκέψης πήρε το όνομά του από τον Σοβιετικό επιστήμονα και αντιφρονούντα Αντρέι Ζαχάρωφ. Ξεκίνησε να απονέμεται από το ΕΚ τον Δεκέμβριο του 1988 σε  άτομα ή οργανώσεις που αφιερώνουν τη ζωή τους στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
πηγή: protagon.gr

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Πόσο βοηθάει η ύπαρξη εθνικού νομίσματος την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας; (από imperatorlex.blogspot.gr)

Τα χρόνια της ελληνικής οικονομικής κρίσης, αναπτύχθηκε ένας διάλογος σχετικά με την αναγκαιότητα ή μη μιας οικειοθελούς αποχώρησης της Ελλάδας από την Ζώνη του Ευρώ (ΖτΕ), προκειμένου να αποκτήσει εθνικό νόμισμα που θα μπορούσε στην συνέχεια να υποτιμήσει και έτσι να καταστήσει την οικονομία της πιο ανταγωνιστική.

Οι υπέρμαχοι της λύσης του εθνικού νομίσματος παρουσιάζουν την εξής απλοϊκή θα λέγαμε οπτική: Ότι παλαιότερα κόστιζε σε ευρώ, τώρα θα κοστίζει φθηνότερα σε δραχμές. Έτσι τα εξαγωγικά προϊόντα και οι υπηρεσίες μας θα γίνουν φθηνότερα και άρα θα μπορούν να ανταγωνιστούν στις διεθνείς αγορές με πλεονέκτημα. Επιπλέον, όποτε προκύπτει ανάγκη θα μπορούμε να «τυπώνουμε» χρήμα για να πληρώνουμε μισθούς και συντάξεις.

Ας ξεκινήσουμε απαντώντας στο μονολεκτικά στο ερώτημα «να πάμε σε εθνικό νόμισμα, ναι ή όχι». Η απάντηση κατά την γνώμη μας είναι ένα κατηγορηματικό όχι, ειδικά στην παρούσα συγκυρία.

Γιατί όχι;



Ανατρέχοντας στις περιόδους της πρόσφατης ιστορίας μας, μπορούμε να διακρίνουμε τους λόγους που μας κάνουν να υποστηρίζουμε την συνέχιση της συμμετοχής μας στην ΖτΕ.
Ειδικότερα αν αναλύσουμε την περίοδο 1980-1990 όπου ασκήθηκε επιθετική νομισματική πολιτική υποτιμήσεων της δραχμής για να καταστεί, μεταξύ άλλων, ανταγωνιστικότερη η ελληνική οικονομία διαπιστώνουμε ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα.

Η ακόλουθη ανάλυση είναι απλοική, αφού δεν λαμβάνει υπόψη κάποιες ποιο εξειδικευμένες παραμέτρους, ωστόσο είναι απολύτως ενδεικτική.


Οι υποτιμήσεις της Δραχμής στην δεκαετία του 1980
To 1980 η ισοτιμία $ - δραχμής ήταν 1$ προς 42,6 δρχ

Το 1983 η δρχ υποτιμάται 15%, όπως επίσης και το 1985. Από 1980 ως και 1985 η δραχμή διολίσθαινε έναντι του δολαρίου για να καταλήξει το 1990 σε μια ισοτιμία 1 $ προς 158,3 δρχ.

Τι επίπτωση είχε στις εξαγωγές η πτώση του εθνικού νομίσματος; Όχι αυτή που θα περίμενε κανείς.

Το 1980 σε σταθερές τιμές $ οι εξαγωγές ανήλθαν σε 5,15 δισ $ και οι εισαγωγές σε 10,55 δισ $.
Το εμπορικό έλλειμμα βρίσκεται στα 5,4 δις $ ή 10% του ΑΕΠ.

Το 1990 μετά από συνεχείς υποτιμήσεις και διολισθήσεις που υποτίθεται θα ενίσχυαν τις εξαγωγές της χώρας, οι εξαγωγές είχαν αυξηθεί σε 8,1 δισ και οι εισαγωγές σε 19,8 δισ.
Το εμπορικό έλλειμμα εκτοξεύεται στα 11,7 δις ή 13% του ΑΕΠ.


Το 1983 και το 1985 οι εξαγωγές εμφάνισαν αυξήσεις οι οποίες όμως δεν ήταν διατηρήσιμες.

Επιπλέον, το εμπορικό έλλειμμα εκτοξεύεται στο 2ο μισό της δεκαετίας


Συμπεράσματα
Από τα παραπάνω συμπεράνουμε ότι

  1. Η επιθετική νομισματική πολιτική για αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας των εξαγωγών απέτυχε παταγωδώς. Φθηνά προϊόντα δεν σημαίνει απαραίτητα περισσότερο όγκο. Αντιθέτως πάγιο ζητούμενο είναι η ποιότητα των προϊόντων. Ασφαλώς οι τιμές παίζουν ρόλο, ωστόσο δεν είναι καθοριστικός.
  2. Οι υποτιμήσεις του 1983 και 1985 έχουν ένα προσωρινό θετικό αντίκτυπο στις εξαγωγές και στο εμπορικό ισοζύγιο. Αυξάνονται την επόμενη χρονιά της υποτίμησης για να επιβραδυνθούν αμέσως μετά. Το ίδιο ισχύει και για την υποτίμηση του 1998

Όπως έχει αναφερθεί και παλαιότερα το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι ότι δεν παράγει διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα. Εάν και εφόσον είχε σημαντική παραγωγή τέτοιων προϊόντων, η συνετή χρήση εργαλείων νομισματικής πολιτικής θα είχε ένα νόημα.

Στην σημερινή εποχή, εθνικό νόμισμα δεν θα αποτελούσε λύση. Όχι τόσο για τις οδυνηρές  συνέπειες μιας επιστροφής σε δραχμή, όσο για το γεγονός ότι αποδεδειγμένα για οικονομίες όπως η δική μας δεν αποτελεί μακροπρόθεσμη λύση.

IL


πηγή: imperatorlex.blogspot.gr

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Του βουνού και του κάμπου (του Γρηγόρη Φαρμάκη)


Στην Ελλάδα έχουμε μπερδέψει τον όρο συντηρητικός με τον όρο αντιδραστικός. Όχι τόσο αυτοί που τον απαξιώνουν ανάγοντας την προοδευτικότητα σε αυταπόδεικτη αξία. Όσο αυτοί που τον επικαλούνται μασκαρεύοντας την φοβική αντιδραστικότητά τους με έναν πιο εύπεπτο όρο. Απαξιώνοντάς τον με την σειρά τους πολύ περισσότερο. Γιατί συντηρητικός δεν είναι αυτός που αντιδρά εμμονικά σε οποιαδήποτε αλλαγή. Ούτε αυτός που δεν μπορεί να αυτοπροσδιοριστεί πολιτικά παρά μόνο μέσω της αντίδρασης. Συντηρητικός είναι αυτός που δεν θέλει να αλλάζει την κοινωνία με το στανιό· που ξέρει βιωματικά τα όρια και τους κινδύνους της σχεδιασμένης κοινωνικής μηχανικής· που αναγνωρίζει ότι πιθανόν στην παράδοση - όχι με την έννοια της λαγνείας του παρελθόντος όπως κάνουν οι αντιδραστικοί, αλλά με την έννοια της χρονικής συνέχειας - μπορεί να υπάρχουν πράγματα που δεν κατανοούμε και γι’αυτό δεν πρέπει απερίσκεπτα να αγνοήσουμε. Ο Norberto Bobbio, ο κεντροαριστερός πολιτικός φιλόσοφος που δεν ήθελε να χρησιμοποιεί τους όρους προοδευτικός - συντηρητικός ακριβώς για την επίπλαστη αξιολογική τους φόρτιση, αναγνώριζε στην αστική συντηρητική φιλελεύθερη παράδοση της Ευρώπης αυτό ακριβώς: ότι ποτέ δεν θέλησε να αντιστρέψει κοινωνικές αλλαγές που είχαν κερδηθεί και αποδειχθεί. Αυτό ήταν εμμονή των αντιδραστικών. Οι ενστάσεις της συντηρητικής αυτής παράδοσης ήταν περισσότερο στον ρυθμό και στον τρόπο· και ο ρόλος της στην διαλεκτική της πολιτικής απαραίτητος.
Στην Ελλάδα, για λόγους ιστορικούς που μπορεί κανείς να παρακολουθήσει από τον Εθνικό Διχασμό στον Εμφύλιο, και από αυτόν στην Δικτατορία και στην Μεταπολίτευση, ήταν το πιο φοβικό, αντιδραστικό κομμάτι της κοινωνίας, αυτό με τις αγροτικές καταβολές που κουβάλησε μαζί του από τον κάμπο στα αστικά κέντρα όταν αστικοποιήθηκε βίαια, που οικειοποιήθηκε τον συντηρητικό πολιτικό χώρο. Και αν του αρέσει τόσο πολύ να μιλάει ακόμα για την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, δεν είναι παρά για να συγκαλύψει την δική του αντιδραστική και οπισθοδρομική ιδεολογική ηγεμονία επί της αστικής, συντηρητικής, αλλά δυτικής και φιλελεύθερης πολιτικής τάξης. Ο McNeil, ο αμερικανός πολιτικός επιστήμονας που ανέλυσε διεισδυτικά και επί τόπου την μεταμόρφωση της Ελλάδας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι την Δικτατορία, το περιγράφει παραστατικά: ο Εμφύλιος δεν ήταν παρά το ξέσπασμα της διαμάχης ανάμεσα στα χωριά των βουνών και τα χωριά των κάμπων. Ο απόηχος αυτής της προαιώνιας διαμάχης για την σοδειά και την γη, μασκαρεύτηκε σε κομμουνισμό και αντι-κομμουνισμό στον Εμφύλιο, κουβαλήθηκε στα αστικά κέντρα μαζί με τις υπόλοιπες αποσκευές της βίαιης αστικοποίησης - όπως η πελατεία και η πατρωνεία της παλιάς αγροτικής Ελλάδας - και ναρκοθετεί ακόμα το πολιτικό πεδίο. Στην Ελλάδα δεν ήταν μια εργατική τάξη που συγκρούστηκε με μια αστική. Και οι δύο ήταν μειοψηφικές. Ήταν η Ελλάδα του βουνού και η Ελλάδα του κάμπου που ενστερνίστηκαν τις ιδεολογίες για να τις διαμορφώσουν τελικά στις βαλκανικές εκδοχές τους: εξίσου φοβικές, εξίσου κοινωνικά αντιδραστικές, εξίσου οπισθοδρομικές. Και εξίσου κυρίαρχες. Δεν είναι τυχαίο ότι οι επίγονοί τους, ακόμη και σήμερα μιλάνε - εξίσου - για ταγματασφαλίτες και πηγάδες. Αυτή την αφήγηση κληρονόμησαν και με αυτήν νοηματοδοτούν ακόμα το πολιτικό γίγνεσθαι. Αρκούσε για αυτά τα αντιδραστικά μεγάλα άκρα της κοινωνίας μια οικονομική κρίση, για να βγάλει στην επιφάνεια τα διχαστικά χαρακτηριστικά που είχε όπως όπως καλύψει η πατίνα του εξευρωπαϊσμού.
Η Ελλάδα όμως χρειάζεται πια μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή, συντηρητική, φιλελεύθερη κεντροδεξιά, όσο χρειάζεται και μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή, προοδευτική, σοσιαλδημοκρατική κεντροαριστερά. Μια συντηρητική παράταξη που θα ξέρει ότι συντηρητικός δεν είναι ο αντιδραστικός, που δεν θα είναι ενοχική και φοβική, και που δεν θα έχει ανάγκη να διατρανώνει σε κάθε ευκαιρία τα πιο αντιδραστικά αντανακλαστικά της για να κρύψει την ιδεολογική της ένδεια. Γιατί αυτή η ένδεια δεν την αφορά πια. Έχει πια από καιρό πολλά να την ορίζουν στην Ιστορία: την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την θεμελίωση των θεσμών της στην πιο δύσκολη καμπή· την εθνική συμφιλίωση που τόλμησε - αλλά και πλήρωσε με πραγματικό αίμα· την θέση μας στην Ευρώπη. Και έχει ακόμη πιο πολλά να παλέψει για το μέλλον. Όχι μόνο την έξοδό μας από την χειρότερη περιπέτεια της γενιάς μας. Αλλά και την σοβαρότητα και την μετριοπάθεια μέσα σε μια Ευρώπη που αντιμετωπίζει ιστορικές πολιτικές προκλήσεις και οικονομικά αδιέξοδα· την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα, αλλά χωρίς ακραίες ανισότητες και ασύμμετρα οικονομικά συμφέροντα· την οικονομική ελευθερία, αλλά με μέριμνα για τους ασθενέστερους. Και μαζί με μια σοβαρή κεντροαριστερά που χρειαζόμαστε εξίσου, τις Ευρωπαϊκές αξίες και την Ευρωπαϊκή πολιτική παράδοση.
Έτσι, δεν της χρειάζεται, δεν της αξίζει, και δεν της πρέπει να αρνείται ούτε το Πολυτεχνείο ούτε οτιδήποτε άλλο έμαθε αταβιστικά να χαρακτηρίζει «αριστερό». Ούτε και να το χαρίζει σε αυτούς που πεισματικά το οικειοποιούνται. Της ανήκει εξίσου ως σύμβολο του πάθους της νέας γενιάς, κάθε νέας γενιάς, για Δημοκρατία, Ελευθερία, Δικαιοσύνη και Αξιοπρέπεια. Αυτά είναι και τα δικά της ιδανικά και με αυτά πρέπει να πορευτεί. Καιρός ν’αφήσουμε την πολιτική του βουνού και του κάμπου σε αυτούς - και αυτές - που τα κουβαλάνε πεισματικά εντός τους. Στα ταξίδια που έρχονται δεν μας χρειάζεται τέτοιο έρμα.
πηγή: athensvoice.gr

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

«Χούντα δεν γνωρίσαμε;» Γνωρίσαμε. (του Μάκη Παπούλια)

(απόσπασμα από μια βιογραφία)

 

Γύρω από το χημείο (του Πανεπιστημίου) στη Σόλωνος και μέχρι τα Εξάρχεια λειτουργούν μπόλικοι εκδοτικοί οίκοι: άλλοι με εκδόσεις αιχμηρές κατά της χούντας και άλλοι όχι. Καθημερινά φυτρώνουν νέα βιβλία και καινούργιοι εκδοτικοί οίκοι. Υδροχόος, Διεθνής Βιβλιοθήκη, Μπάιρον, Μπουκουμάνης, Οδυσσέας, Βέγας, Καστανιώτης, Πορεία, Νέοι Στόχοι, Εκδόσεις 70, Στοχαστής, Βέργος, Ερμείας. Καλύπτουν όλα τα ιδεολογικά ρεύματα και τις αποχρώσεις. Το συγκρότημα Λαμπράκη ξεκινάει με τις εκδόσεις «Ερμής».

Εκδοτική άνοιξη, μοναδική στα χρονικά. Κατά ένα τρόπο ετοίμασε την κατάληψη της Νομικής και την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Στην κατάληψη της Νομικής, βάση ανεφοδιασμού, έχουμε τον «Υδροχόο» και τον έμπιστό μας φίλο Τιμόθεο Παπαδόπουλο με την Ελένη Κλάδου, έμπειρη στην «παρανομία», και με πολλούς άλλους. Μαζεύουμε λεφτά και υλικά αντίστασης για το βράδυ των παιδιών στην ταράτσα της Νομικής, φοβόμαστε και τρέμουμε την επέμβαση της Χούντας. Όλο το βράδυ είμαστε απ’ έξω εκατοντάδες συναγωνιστές, δακρυσμένοι και αποφασισμένοι για όλα. Τα συνθήματα «Δημοκρατία», «Ελευθερία», τα τραγούδια του Μίκη, έφταναν σε εμάς και στο λαό της Αθήνας για να επιβεβαιώσουν ότι η Χούντα δεν είναι άτρωτη. Όσοι μέχρι εκείνη τη βραδιά πολέμησαν πραγματικά τη Χούντα, αισθάνονται βαθιά ικανοποίηση από όποιο χώρο κι αν προέρχονται. Την άλλη μέρα και μετά από διαπραγματεύσεις, βγαίνουν οι χιλιάδες φοιτητές της κατάληψης στους γύρω δρόμους, δέχονται επίθεση από την αστυνομία και γίνονται πολλές συλλήψεις.

Ζόρικη η κατάσταση. Η ασφάλεια έχει λυσσάξει, ψάχνει να βρει τις άκρες εκτός φοιτητικού χώρου. Δεν αργεί να στοχοποιήσει τον Υδροχόο και τον Τίμο Παπαδόπουλο. Για να περάσει η μπόρα, όλοι φυλαγόμαστε και ο Τίμος φεύγει για το Άγιο Όρος. Τον ψάχνουν καθημερινά. Με την επιστροφή του μπαίνει η ΕΣΑ στον Υδροχόο και τον μαζεύει μαζί με τον Λευτέρη Κανέλη. Τέσσερις μήνες στο κολαστήριο της ΕΣΑ, σε απόλυτη σιωπή. Ήξερε πολλά, αλλά άντεξε. Έτσι ήταν τότε, χωρίς να το θέλεις γινόσουν ήρωας.

Το καλοκαίρι του ’73 η Χούντα δέχεται το σοβαρότερο μέχρι τότε πλήγμα. Το αντιτορπιλικό «Βέλος», που βρισκόταν σε άσκηση του ΝΑΤΟ στην Ιταλία με τα 36 μέλη του πληρώματος και τον κυβερνήτη Νίκο Παππά, ζητάει και παίρνει πολιτικό άσυλο. Η Χούντα κλονίζεται, ο Παπαδόπουλος «καταργεί» τη μοναρχία και αυτοχρίζεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Κάτω από τη γενική πίεση που ασκείται, η Χούντα δίνει γενική αμνηστία στους πολιτικούς κρατούμενους, απονέμει χάρη στον Αλέκο Παναγούλη, ενώ καταργεί και το στρατιωτικό νόμο.

Η Χούντα είναι πελαγωμένη. Οι δυναμικές εκδηλώσεις αντίστασης των φοιτητών τη σπρώχνουν να φορέσει τον «πολιτικό μανδύα». Έτσι δίνεται εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Σπύρο Μαρκεζίνη, αρχηγό του μικρού κόμματος των Προοδευτικών. Οι φοιτητές διεκδικούν άμεσες εκλογές, αλλά η δοτή κυβέρνηση έρχεται σε ρήξη με το φοιτητικό κίνημα και δεν ικανοποιεί κανένα αίτημά τους. Ένα μήνα άντεξε η κυβέρνηση Μαρκεζίνη. Οι φοιτητές καταλαμβάνουν το Πολυτεχνείο, γρήγορα τους ακολουθούν εργαζόμενοι και μαθητές. Σε πολλές πόλεις της Ελλάδας ξεκινούν καταλήψεις. Ο στρατός ξαναβρίσκει ρόλους, γυρίζουμε πίσω, σκληρότερες διαθέσεις.

«Εδώ Πολυτεχνείο - Εδώ Πολυτεχνείο». Ξεκινάει να λειτουργεί ο ραδιοφωνικός σταθμός των χιλιάδων εξεγερμένων φοιτητών που καλούν το λαό σε γενική απεργία και ανατροπή της Χούντας. Όλη η Ελλάδα κρέμεται από το σταθμό «των ελεύθερων Ελλήνων» και αγωνιά για την εξέλιξη της κατάληψης. Χιλιάδες λαού διαδηλώνουν έξω από το ιστορικό κτίριο. Πέφτουν πυροβολισμοί, η αστυνομία βαράει στο ψαχνό. Τη δεύτερη νύχτα κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα τανκς. Οι φοιτητές μέσω του σταθμού τους ζητούν φάρμακα και ιατρική βοήθεια. Οι νύχτες είναι άγριες και αιματηρές στο Πολυτεχνείο. Στις 17 Νοεμβρίου του ’73, τα ξημερώματα, ένα τεθωρακισμένο γκρεμίζει την κεντρική πόρτα και μπαίνει στο χώρο. Το σύνθημα για το μακελειό έχει αρχίσει. Η εξέγερση περνάει από ξύλο, γκλοπιές, δολοφονίες, συλλήψεις. Μέχρι της 2 π.μ. μένουμε με τον Δημήτρη Σαπρανίδη στην πόρτα. Οι σφαίρες πέφτουν βροχή. Σηκωτό με πήρε να φύγουμε και καλά έκανε, ήταν έμπειρος στις διαδηλώσεις και κατάλαβε από νωρίς ότι έπεφταν σφαίρες. Την άλλη μέρα ο Παπαδόπουλος επαναφέρει το στρατιωτικό νόμο.

Με τον Μαρκεζίνη είχα βγάλει διαβατήριο. Ταξίδεψα λίγες μέρες μετά το Πολυτεχνείο για Αγγλία, να γλιτώσω καινούργιες περιπέτειες και να συναντήσω τον αδερφό μου και τη νύφη μου και ό,τι άλλο φέρνει ένα ταξίδι στην Ευρώπη. Έχουμε 5 χρόνια να ειδωθούμε με τον Μίμη και τη Λίτσα. Πάω στην Οξφόρδη και τους βρίσκω πολύ καλά, σε φοιτητικό ξενώνα. Ζεστή ατμόσφαιρα, πολλή συγκίνηση και μνήμες με πολύ κρασί να μας τυραννούν όλο το βράδυ. Νομική, Πολυτεχνείο, βασανιστήρια, φυλακές, εξορίες, στρατός. Και τι δεν είπαμε σ’ αυτή τη μοναδική συνάντηση. Ασταμάτητη κουβέντα για οικογενειακά, προσωπικά, πολιτικά, για τις μάνες μας και τους συμπεθέρους, για τον Νικόλα και τα λογοδοσίματά του. Ιστορίες όμορφες και κουτσομπολιό μέχρι πρωίας. Την άλλη μέρα, με τον Μίμη στο Λονδίνο, στην πορεία διαμαρτυρίας για το έγκλημα της Χούντας στο Πολυτεχνείο. Όλοι να με ρωτούν για τους νεκρούς, για τους κρυμμένους, για τις συλλήψεις, για το κλίμα που επικρατεί και τις εξελίξεις. Ποιος μπορούσε να κάνει προβλέψεις για το χουντικό καθεστώς; Την άλλη μέρα κιόλας, έχουμε ανατροπή του Παπαδόπουλου από τον επικεφαλή της ΕΣΑ, Ταξίαρχο Δημήτρη Ιωαννίδη, που διορίζει Πρόεδρο Δημοκρατίας τον Φαίδωνα Γκιζίκη και πρωθυπουργό τον Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο. Άκρως επικίνδυνες φαιδρότητες.

Εφτά μήνες χρειάστηκε η καινούργια Χούντα για να εγκληματήσει και στην Κύπρο. Πρώτος στόχος ο Μακάριος: ανατρέπεται με πραξικόπημα, αλλά καταφέρνει να γλιτώσει. Από ραδιοφώνου απευθύνεται στον Κυπριακό λαό: «Γνώριμη είναι η φωνή που ακούς. Γνωρίζεις ποιος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος τον οποίον συ εξέλεξες διά να είναι ηγέτης σου. Δεν είμαι νεκρός, όπως η χούντα των Αθηνών και οι εδώ εκπρόσωποί της θα ήθελαν. Είμαι ζωντανός. Και είμαι μαζί σου, συναγωνιστής και σημαιοφόρος εις τον κοινόν αγώνα. Το πραξικόπημα της χούντας απέτυχε. Εγώ ήμουν ο στόχος της χούντας και εφόσον εγώ ζω, η χούντα εις την Κύπρον δεν θα περάσει. Ο Κυπριακός Ελληνισμός δεν ανέχεται πραξικοπήματα και δικτατορίες». Οι Τούρκοι καιροφυλακτούν, πιάνουν την ευκαιρία και εισβάλλουν στο βόρειο τμήμα του νησιού. Σε 20 μέρες ολοκληρώνουν, με δεύτερη εισβολή, την κατοχή τους στην Κύπρο. Ο διαμελισμός του νησιού υλοποιείται σε γνώση του Χένρι Κίσινγκερ, υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ.

Στην Αθήνα, οι στρατηγοί σε αδιέξοδο αυτοδιαλύονται και γελοιοποιούνται. Αποφασίζουν να παραδώσουν την εξουσία στους πολιτικούς, στις 24 Ιουλίου1974. Με μεσολάβηση του Ευάγγελου Αβέρωφ, επιστρέφει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στην Ελλάδα. Τέλος η Χούντα, τέλος τα εφτά χρόνια «στο γύψο», αυτοδιαλύθηκε η «επανάσταση» των συνταγματαρχών και η Ελλάς των Ελλήνων χριστιανών. Ο λαός στους δρόμους, πανηγύρι Δημοκρατίας. Οι φωνές, οι αγκαλιές, η χαρά γεμίζουν το λαό που ξεχύνεται στους δρόμους να γιορτάσει το εξευτελιστικό τέλος και την αλαζονεία της Χούντας. Πολλή συγκίνηση, κλάμα, αλλά και άγρια χαρά για το τέλος άλλης μιας μακρόχρονης περιπέτειας για την πατρίδα μας. Όταν καταλύθηκε η δημοκρατία και οι υπερπατριώτες συνταγματάρχες εδραίωσαν τη δικτατορία με τα τανκς, νόμισαν πως έχουν εύκολο δρόμο. Βέβαια, δεν συνάντησαν ουσιαστική αντίσταση από τον ελληνικό λαό και στη πορεία πίστεψαν ότι τον έχουν και μαζί τους, και μπορεί να τον είχαν. Πόσες αυταπάτες, βεβαιότητες, ελπίδες (ιδιαίτερα στους νέους μόνιμους αξιωματικούς) τράφηκαν εκείνον τον καιρό του μίσους κατά των δημοκρατικών θεσμών, κατά των πολιτικών, κατά της αριστεράς; Απέναντι στο αρχικό δρομολόγιο της Δικτατορίας τον Απρίλιο του ’67, στάθηκαν αντίθετοι οι χιλιάδες εξόριστοι (κυρίως από την αριστερά), οι εκατοντάδες παράνομοι και μια φούχτα αμετανόητοι «τυφεκιοφόροι του εχθρού». Εκεί που υπηρετούσαν τη στρατιωτική τους θητεία έμοιαζαν γραφικοί, αφού τα έβαζαν με την παντοκρατορία του στρατού.

Μόνιμους αξιωματικούς και βασανιστές από τον καιρό της Χούντας και της στρατιωτικής μου θητείας δεν συνάντησα ποτέ κανέναν, ούτε ήθελα να συναντήσω. Φαντάρους αρκετούς, φίλους περισσότερους, βασανιστές, μόνο ένα δειλό ανθρωπάκι από το Γεντί Κουλέ, τον Ιορδάνη Καλατζίδη. Τον βρήκα στην τύχη. Πήγα πάνω του, να τον πατήσω με τ’ αυτοκίνητο. «Κορνάρουνε, κύριε», η φωνή του μέσα στ’ αυτιά μου. Του έριξα δυο-τρεις κλοτσιές, με γνώρισε, τρομοκρατήθηκε, μυξόκλαψε. Θλιβερό υποκείμενο, τον άφησα να φύγει.

Φυσικά οι νέοι που έζησαν τη δικτατορία και αγωνίστηκαν για να την ανατρέψουν, δεν κατέλυσαν το αστικό καθεστώς. Άφησαν όμως πίσω τους, σαν οιονεί κληρονομιά, έναν άλλο τρόπο ζωής: λιγότερη υποκρισία, πιο ελεύθερες σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων και βέβαια ουσιαστικότερες διεκδικήσεις. Σίγουρα, ο αγώνας εκείνης της εποχής, 40 χρόνια μετά είναι ανεκπλήρωτος. Ζούμε μια παρατεταμένη δημοκρατία και αυτό είναι πολύ σημαντικό και πολύ καλό, αλλά αυτή η δημοκρατία δεν απέκτησε ποτέ τo οικονομικό και κοινωνικό περιεχόμενο στo οποίο είχαν ελπίσει οι νέοι. Ζούμε σε μια πανέμορφη μεσογειακή χώρα, όπου η ζωή είναι ακόμη σε ανθρώπινα μέτρα και έχει ευκαιρίες χρυσές, αλλά ανεκμετάλλευτες. Αναρωτιέμαι συχνά γιατί οι Έλληνες αφήνουν τα πολιτικά πράγματα να οδηγούνται σε αδιέξοδο, σε αγεφύρωτες πολώσεις, ήττες και καταστροφές και μετά, αφού σπάσουν τα σκοινιά που τραβούν με μανία και πέσουν όλοι κάτω, αρχίζουν και πάλι από την αρχή.

Έτσι λοιπόν, από τη δικτατορία στη δημοκρατία, όλες οι πολιτικές δυνάμεις συμφώνησαν σ’ ένα θεμελιώδη στόχο: στην επίτευξη εθνικής ενότητας. Μετά από έξι δεκαετίες διχασμών και εμφυλίων, που τραυμάτισαν θανάσιμα τον κοινοβουλευτισμό και την πίστη στη δημοκρατία, η διαμόρφωση ευρύτατων κοινωνικοπολιτικών συναινέσεων αναγνωρίστηκε σαν προϋπόθεση, για να στεριώσουν γνήσιοι δημοκρατικοί θεσμοί. Η κυβέρνηση Καραμανλή των 70 ημερών όφειλε με γρήγορες κινήσεις να αντιμετωπίσει την εθνική κρίση στη Κύπρο, να ανατρέψει το καταπιεστικό και αυθαίρετο σύστημα διακυβέρνησης της Χούντας (που συνέχιζε να απειλεί με εκτροπή) και να προετοιμάσει γνήσιες εκλογές. Το κατόρθωσε με γρήγορες και αποτελεσματικές κινήσεις. Με τη νομιμοποίηση του κομμουνιστικού κόμματος, έγινε ένα βήμα μεγάλης σημασίας στο δρόμο της αποκατάστασης των πολιτικών ελευθεριών.

Στις 24/11/1974, στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου, στον πρώτο εορτασμό της εξέγερσης, χιλιάδες λαού, ένα πολύβουο πλήθος να πορεύεται με τις ώρες. Δυο λέξεις με εξέφραζαν: «στοχασμός και απόδοση τιμής». Στις κατοπινές πορείες δεν συμμετείχα. Κάποια πράγματα που σφράγισαν τη ζωή μου προτίμησα να τα «φυλακίσω» μέσα μου. Mε νωπό ακόμα το εκλογικό αποτέλεσμα, στις 8 Δεκεμβρίου 1974 γίνεται δημοψήφισμα για το βασιλιά. Η υπερψήφιση της αβασίλευτης Δημοκρατίας από το 69% του ελληνικού λαού, έστειλε το άμυαλο παιδαρέλι, τον Κωνσταντίνο, στα σκουπίδια της Ιστορίας. Ευτυχές γεγονός.

πηγή: athensvoice.gr

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

Τα όρια του καπιταλισμού; (του Πάσχου Μανδραβέλη)

Αρέσει δεν αρέσει στους αριστερίζοντες, που θέλουν να θεωρούνται μαρξιστές, ο ίδιος ο Καρλ Μαρξ έτρεφε απέραντο θαυμασμό για την επαναστατική φύση του καπιταλισμού. Αυτός ο θαυμασμός είναι ανάγλυφος στο «Κομμουνιστικό μανιφέστο», το οποίο παραμένει αξεπέραστο ως θεωρητική σύλληψη αυτού του οικονομικού συστήματος.

«Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς», έγραφαν το 1848 οι Μαρξ και Ενγκελς, «η αστική τάξη διαμόρφωσε κοσμοπολίτικα την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς μεγάλη λύπη των αντιδραστικών, αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας. Εκμηδενίστηκαν κι εξακολουθούν ακόμα καθημερινά να εκμηδενίζονται οι παμπάλαιες εθνικές βιομηχανίες. Εκτοπίζονται από νέες βιομηχανίες που η εισαγωγή τους γίνεται ζωτικό ζήτημα για όλα τα πολιτισμένα έθνη, από βιομηχανίες που δεν επεξεργάζονται πια ντόπιες πρώτες ύλες, αλλά πρώτες ύλες που βρίσκονται στις πιο απομακρυσμένες ζώνες και που τα προϊόντα τους δεν καταναλώνονται μονάχα στην ίδια τη χώρα, αλλά ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη τον κόσμου... Με τη γρήγορη βελτίωση όλων των εργαλείων παραγωγής, με την απεριόριστη διευκόλυνση των επικοινωνιών, η αστική τάξη τραβάει στον πολιτισμό όλα, ακόμα και τα πιο βάρβαρα έθνη. Οι φτηνές τιμές των εμπορευμάτων της είναι το βαρύ πυροβολικό που γκρεμίζει όλα τα σινικά τείχη, και που αναγκάζει να συνθηκολογήσει ακόμα και το πιο σκληροτράχηλο μίσος των βαρβάρων ενάντια στους ξένους. Αναγκάζει όλα τα έθνη να δεχτούν τον αστικό τρόπο παραγωγής, αν δεν θέλουν να χαθούν. Τα αναγκάζει να εισαγάγουν στη χώρα τους τον λεγόμενο πολιτισμό, δηλαδή να γίνουν αστοί. Με μία λέξη, δημιουργεί έναν κόσμο “κατ’ εικόνα της”...».

«Η αστική τάξη έπαιξε στην ιστορία ένα ρόλο εξαιρετικά επαναστατικό», συμπέραναν οι πατέρες της κομμουνιστικής θεωρίας, αλλά το ερώτημα είναι άλλο: πόση επανάσταση μπορούν να χωνέψουν οι λαοί της οικουμένης; Ή, για να το βάλουμε με σουμπετεριανούς όρους, πόση «δημιουργική καταστροφή» μπορούν να αντέξουν οι άνθρωποι; Και δεν μιλάμε μόνο για τη δημιουργική καταστροφή υλικών υποδομών, στις οποίες αναφερόταν ο Γιόσεφ Σουμπέτερ. Ούτε για τον «αδιάκοπο κλονισμό όλων των κοινωνικών καταστάσεων», που έγραφε ο Καρλ Μαρξ. Αναφερόμαστε στη δημιουργική καταστροφή δεξιοτήτων.

Απαξίωση δεξιοτήτων

Δεν είναι σαφές πόσες φορές αλλάζει καριέρα ένας σύγχρονος εργαζόμενος. Θεωρείται δεδομένο ότι, εξαιτίας των ραγδαίων αλλαγών στην τεχνολογία, ένας νέος που μπαίνει σήμερα στην αγορά εργασίας θα αλλάξει επτά φορές δουλειά μέχρι να βγει στη σύνταξη. Αυτό είναι περισσότερο ανεκδοτολογικό· δεν υπάρχει συγκεκριμένη έρευνα που το στηρίζει. Υπάρχει όμως μία στατιστική του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ (2012), που δείχνει ότι οι εργαζόμενοι που γεννήθηκαν την περίοδο 1957-1964 κατείχαν 11,3 θέσεις εργασίας κατά μέσον όρο όταν ήταν σε ηλικία 18-46 χρόνων. Οι μισές περίπου από αυτές τις θέσεις εργασίας ήταν περιστασιακές σε ηλικία 18-24.

Πάντως, όποιο και να είναι το ακριβές νούμερο, η ουσία είναι μία. Η τεχνολογία απαξιώνει ταχύτατα τις δεξιότητες των εργαζομένων, είτε επειδή αντικαθιστά πολλές λειτουργίες από μηχανές είτε επειδή μεταφέρει ολόκληρους κλάδους παραγωγής σε χώρες χαμηλού κόστους. Και αυτό δεν είναι καν το χειρότερο. Το πρόβλημα είναι ότι η διαδικασία είναι επιταχυνόμενη. Σήμερα μια εταιρεία υψηλής τεχνολογίας ξέρει ότι ένα πρωτοπόρο προϊόν της έχει πλεονέκτημα στην αγορά μόνο 18 μήνες. Κατόπιν κάποιος ανταγωνιστής της θα το υπερκεράσει· η Nokia το έμαθε αυτό με τον σκληρό τρόπο. Αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες, τα στελέχη και οι εργαζόμενοί τους πρέπει διαρκώς να «επαναστατικοποιούν» την παραγωγή, αλλά και οι καταναλωτές να προσαρμόζονται διαρκώς. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιος μπορεί να διαβάσει ένα βιβλίο που τυπώθηκε πριν από τριακόσια χρόνια, αλλά αδυνατεί να διαβάσει ηλεκτρονικά βιβλία με ένα πρόγραμμα περιήγησης (Browser) που βγήκε στην αγορά πριν π.χ. από πέντε χρόνια. Μη μιλήσουμε για τα ηλεκτρονικά βιβλία σε δισκέτες, CD-ROM κ.λπ., που πλέον είναι... αρχαία.

Η σοσιαλδημοκρατική απάντηση σε αυτή τη ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη –και τη συνακόλουθη απαξίωση δεξιοτήτων– είναι η ευασφάλεια (flexisecurity), που αναπτύχθηκε κυρίως στον σκανδιναβικό Βορρά. Αυτό απαλύνει τις κοινωνικές εντάσεις, αλλά δεν απαντά το ερώτημα «πόση δημιουργική καταστροφή δεξιοτήτων μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος;». Αν σήμερα πρέπει να αλλάζει καριέρα 5-7 φορές στη ζωή του, σε πενήντα χρόνια (και με δεδομένη την επιτάχυνση των πάντων) θα πρέπει να αποκτά νέες δεξιότητες ανά έτος ή έξι μήνες; Είναι δυνατόν αυτό, εάν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι ο όγκος γνώσεων αυξάνεται εκθετικά μέρα με τη μέρα; Ενας άνθρωπος του 19ου αιώνα είχε απείρως λιγότερη γνώση να αφομοιώσει για να γίνει «συμβολικός αναλυτής», όπως ομαδοποίησε τα επαγγέλματα του μηχανικού, δικηγόρου, επιστήμονα, καθηγητή, στελέχους επιχειρήσεων κ.λπ. στο βιβλίο του «The Work of Nations» ο καθηγητής του Χάρβαρντ Ρόμπερτ Ράιχ. Η παραγωγή των πάντων επιταχύνεται. Οχι μόνο των υλικών προϊόντων, αλλά και των υπηρεσιών.

«Βιοαπορρύθμιση»

Είναι λοιπόν η ικανότητα των ανθρώπων να απορροφούν τις αλλαγές, ένα από τα «φυσικά όρια» της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπως τα όρισε στα «Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα» του (Grundrisse) ο Καρλ Μαρξ. Υπάρχει η «βιοαπορρύθμιση», που περιγράφει η Τερέζα Μπρέναν; Η Αμερικανή καθηγήτρια ονομάτισε «βιοαπορρύθμιση» τις βίαιες αντιφάσεις ανάμεσα στη χρονική λειτουργία των αγορών και στους εγγενείς φυσικούς περιορισμούς των ανθρώπων που υποχρεώνονται να συμμορφώνονται σε αυτές τις απαιτήσεις.

Ο καθηγητής του Κολούμπια Τζόναθαν Κρέιρι φοβάται πως η «βιοαπορρύθμιση» ήδη συμβαίνει: «Καθώς εδώ και αρκετά χρόνια οι αγορές λειτουργούν 24/7 (24 ώρες την ημέρα, 7 μέρες την βδομάδα) και έχουν δημιουργηθεί παγκόσμιες υποδομές για συνεχή εργασία και κατανάλωση, δημιουργείται πλέον ένα ανθρώπινο υποκείμενο που θα είναι σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό εναρμονισμένο μαζί τους». Αν και υπερβολικός στο βιβλίο του «24/7. Ο ύστερος καπιταλισμός και το τέλος του ύπνου» (εκδ. Α.Α. Λιβάνη) και ολίγον φαφλατάς όταν γράφει ότι «ο ύπνος είναι μια ασυμβίβαστη διακοπή της κλοπής του χρόνου μας από τον καπιταλισμό», αγγίζει (έστω πολύ λυρικά) ένα τεράστιο ζήτημα. Επειδή στο «παγκόσμιο χωριό» κάθε στιγμή κάπου είναι μέρα, δηλαδή κάπου υπάρχει δραστηριότητα, σε έναν πλήρως διασυνδεδεμένο κόσμο σε κάθε γωνιά της Γης θα υπάρχει διαρκώς δραστηριότητα. Μέρα και νύχτα γίνονται ένα για επιχειρήσεις και συνακόλουθα για τους εργαζομένους.

Η επιτάχυνση την οποία ζει ο κόσμος, ο φόρτος των νέων γνώσεων και ευκαιριών, φορτώνεται στην παγκοσμιοποίηση. Γράφαμε όμως και παλιότερα («Eνας επίπεδος κόσμος», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 6.10.2007) ότι «η τεχνολογία δημιουργεί τις ευκαιρίες παγκοσμιοποίησης και κάποιοι σπεύδουν να τις καλύψουν. Αυτό ισχύει για όλους: από τις τράπεζες μέχρι τους οικονομικούς μετανάστες. Τα δίκτυα υπολογιστών δεν σχεδιάστηκαν για να μεταφέρουν θέσεις εργασίας σε μακρινές χώρες όπως η Ινδία. Η ύπαρξή τους, όμως, δημιουργεί την ευκαιρία να το κάνουν οι επιχειρήσεις. Δεν είναι λοιπόν η παγκοσμιοποίηση που έφτιαξε τα δίκτυα. Είναι τα δίκτυα που φτιάχνουν την παγκοσμιοποίηση. Το ίδιο ισχύει και για την οικονομική μετανάστευση. Οσο η τεχνολογία μειώνει το κόστος μεταφοράς ανθρώπων, τόσο δημιουργούνται ευκαιρίες μετανάστευσης. Παλιότερα χρειαζόταν μια περιουσία για να έρθει κάποιος από το Πακιστάν. Σήμερα αρκούν μερικές χιλιάδες δολάρια, συμπεριλαμβανομένου του κόστους ρίσκου που αναλαμβάνουν οι “δουλέμποροι”. Η διαρκώς βελτιούμενη σχέση κόστους - οφέλους λειτουργεί υπέρ της οικονομικής μετανάστευσης».

Αυτή όμως η διαρκής επιτάχυνση των πάντων μπορεί να συναντήσει «κοινωνικούς φραγμούς»· πριν καν προλάβει να συναντήσει τους «φυσικούς φραγμούς». Η οπισθοχώρηση σε εθνικισμούς και άλλου τέτοιου τύπου αντιδράσεις μπορεί να οφείλεται σε έναν κόσμο που στροβιλίζεται όλο και πιο γρήγορα, με αποτέλεσμα τα άτομα να στρέφονται στην πλασματική ασφάλεια ενός παρελθόντος που δεν μπορεί ποτέ να αναστηθεί.

πηγή: kathimerini.gr

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

Η ομιλία μου κατά την πρώτη ημέρα της συνεδρίασης της Εθνικής Οργανωτικής Επιτροπή Συνεδρίου της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης, (Ανασύσταση από τις σημειώσεις)

Άκουσα πολλά να λέγονται για την «ώρα ΠΑΣΟΚ». Από ότι κατάλαβα αυτή δεν πρέπει να διαφέρει πολύ από την «ώρα της Αριστεράς», μάλλον πρέπει να βρίσκονται στον ίδιο μεσημβρινό.

Γιατί βρίσκομαι εδώ; Βρίσκομαι εδώ γιατί βλέπω τη Δημοκρατική Παράταξη σαν τη πιο αξιόπιστη -ρεαλιστική λύση, με σαφή κυβερνητική προοπτική. Μια λύση που λειτουργεί σαν απάντηση στο δεξιό συντηρητισμό της Νέας Δημοκρατίας, στην αφερεγγυότητα – επιπολαιότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Κυρίως όμως δίνει μια δημοκρατική διέξοδο στο μεγάλο κοινωνικό κίνδυνο της Χρυσής Αυγής.

Άκουσα με προσοχή όλες τις ομιλίες της συνδιάσκεψης. Οι περισσότερες από αυτές ήταν ομιλίες συνεδρίου, και οι περισσότερες από αυτές τις τελευταίες ήταν ομιλίες συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ.

Τι εννοούμε όταν λέμε ευρύτερη Δημοκρατική Παράταξη; Πως τη βλέπουμε στο μέλλον; Πως τη βλέπουμε να υλοποιείται στο Συνέδριο; Υπάρχουν εκτιμήσεις; Πρέπει να μπουν σαφείς και μετρήσιμοι στόχοι από την οργανωτική επιτροπή. Έτσι θα μπορούμε να πούμε στο τέλος αν πέτυχε η προσπάθειά μας και να μετρήσουμε το κατά πόσο.

Ποια η σχέση μας με τους άλλους σχηματισμούς που έχουν δημιουργηθεί; Αντιλαμβανόμαστε πως έχει σχηματοποιηθεί πλέον, μετά τη δημιουργία τους, η πολιτική κατάσταση σε αυτό που λέμε «Κεντροαριστερά» ;

Υπάρχουν πλέον:
  • Το Ποτάμι, το οποίο μάλλον καταλαμβάνει έναν πιο φιλελεύθερο οικονομικά χώρο
  • Οι «Μεταρρυθμιστές» του Λυκούδη, οι οποίοι κινούνται σε ένα πιο ανανεωτικό αριστερό χώρο, πάνω σε μια κάπως συναισθηματική ιστορική βάση, θα έλεγα.

Εδώ έρχεται να πάρει θέση στο πολιτικό «κεντροαριστερό» σκηνικό και η Δημοκρατική Παράταξη, η οποία αναλαμβάνει μάλλον ένα «μετα-ΠΑΣΟΚ ρόλο», στο βαθμό που θα παγιοποιηθεί πλέον αυτός ο διαχωρισμός.

Εφ΄ όσον αντικειμενικά οι παραπάνω δεν ενταχθούν στη Δημοκρατική Παράταξη που θέλουμε να οικοδομήσουμε, μήπως θα έπρεπε να σκεφτόμαστε ένα συνασπισμό μεσοβραχυπρόθεσμης καταρχήν κυβερνητικής πνοής, ώστε να σχηματιστεί η αναγκαία πλειοψηφία για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η χώρα μας; 

Για τα παραπάνω θέματα μιλώ αναλυτικά στο blog μου, τον Αριστερό Χρονογράφο. Εκεί μπορείτε να βρείτε περισσότερα καθώς οι απόψεις μου, ατυχώς, δε βρίσκουν δρόμο στα Ελαϊκά και παρα-Ελαϊκά κανάλια ενημέρωσης.

Ένα άλλο θέμα είναι η εικόνα μας: Βρισκόμαστε σε μια πράσινη συνεδρίαση, με πράσινα ντοσιέ, με πράσινα καρτελλάκια, κρεμασμένα στο λαιμό μας με πράσινα λουράκια. Πιθανώς (να τολμήσω να το πω;) σε μια αίθουσα πληρωμένη με πράσινα λεφτά, και δεν εννοώ τα δολλάρια.

Όσο και να προσπαθούν οι εισηγητές, και δεν αμφιβάλλω για την έκταση της ειλικρίνειάς τους, να πείσουν για το επιθυμητό εύρος της Δημοκρατικής Παράταξης, αν πάμε έτσι είναι χαμένη υπόθεση. Ας βάζαμε το κόκκινο του PES, βρε αδερφέ, τι φοβόμαστε μη μας πουν κομμουνιστές;

Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, και να καταλάβουμε τι εικόνα χρειάζεται η Δημοκρατική Παράταξη για να ξεφύγει από το 8%, για την προσέλκυση νέου κόσμου.

Θα ήθελα να προτείνω η Δημοκρατική Παράταξη να έχει ξεχωριστή, αυτόνομη παρουσία, με ξεχωριστό γραφείο τύπου και spokeperson ένα νέο άνθρωπο, που θα σηματοδοτεί το νέο που θέλουμε να φέρουμε. Η Δημοκρατική παράταξη πρέπει να έχει επίσης και ιδιαίτερο επικοινωνιακό μηχανισμό ώστε να διαφοροποιεί την ταυτότητα από αυτήν την ταυτότητα του ΠΑΣΟΚ.

Ευχαριστώ όσους μείνατε έως τώρα εδώ για να με ακούσετε


Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Για να αποφύγουμε ένα πραγματικό κραχ! (Του Κώστα Μποτόπουλου* )

Αρθρο παρέμβαση του προέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για την αναταραχή στο Χρηματιστήριο. Το διεθνές περιβάλλον και η ελληνική ιδιαιτερότητα. Τι πρέπει να διδαχτούν οι πολιτικοί. Πώς πρέπει να χτιστεί η επόμενη μέρα. Γιατί λέξη «κλειδί» είναι η «καθαρότητα».
Πάει καιρός που, για θεσμικούς λόγους, δεν έχω κάνει χρήση της φιλοξενίας που μου παρέχει αυτή η έγκυρη ιστοσελίδα. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους θεωρώ ότι ήρθε η ώρα να σπάσω την αποχή, για να προσπαθήσω να εξηγήσω πώς φάνηκαν, μέσα από τα μάτια ενός επόπτη των αγορών, οι δύσκολες τελευταίες μέρες. Για λόγους καθαρότητας -λέξη κλειδί της παρούσας ανάλυσης, όπως θα διαπιστώσουν οι φίλοι αναγνώστες- θα το κάνω υπό τη μορφή ερωταποκρίσεων.

Ήταν χρηματιστηριακό «κραχ» αυτό που ζήσαμε;

Τα γεγονότα είναι γνωστά: από την περασμένη Τρίτη ως την περασμένη Πέμπτη (που ήταν και η μέρα κορύφωσης), ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αξιών της Αθήνας σημείωσε συνολική πτώση 13,57%, με σωρεία πωλήσεων μέσα σε μια μεγάλη αύξηση του τζίρου.
Η εξέλιξη αυτή συνδέθηκε από πολλούς αναλυτές με το γενικό οικονομικό κλίμα της ευρωζώνης και ιδίως με την αναζωπύρωση της «ελληνικής ανασφάλειας» (πιθανή πορεία προς πρόωρες εκλογές, δημοσκοπικό προβάδισμα της ριζοσπαστικής και αντίθετης με τη σημερινή οικονομική πολιτική αντιπολίτευσης, αμφισβήτηση για τη δυνατότητα ή όχι εξόδου της Ελλάδας από το μνημόνιο κατά την κυβερνητική πρόθεση).

Την Παρασκευή, και μετά από δηλώσεις (Κατάινεν, Ρέγκλινγκ) και πράξεις (Ντράγκι) ισχυρών Ευρωπαίων παραγόντων υπέρ της στήριξης της ελληνικής οικονομίας, ο δείκτης ανέβηκε κατά 7,21%, καλύπτοντας έτσι, αριθμητικά τουλάχιστον, τις μισές απώλειες. Η εβδομάδα που αρχίζει θα αποδείξει αν μπορούμε να μιλήσουμε για τέλος συναγερμού.

Η σχετικά μικρή διάρκεια και η άμεση «διόρθωση» συμπληρώνονται από ένα κρίσιμο γεγονός: ότι δεν επρόκειτο για μεμονωμένα ελληνικό, αλλά για διεθνές φαινόμενο, καθώς, τις ίδιες μέρες, όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια γνώρισαν, τουλάχιστον σε μία συνεδρίαση, πτώσεις από 3 έως 5%, η Γουόλ Στριτ φλέρταρε και αυτή ενδοσυνεδριακά με τα ίδια νούμερα, τα σπρεντς των πορτογαλικών, ιρλανδικών, ιταλικών, ισπανικών ομολόγων ανέβηκαν αισθητά, ενώ σημείωσε σχετική αποτυχία δημοπρασία ομολόγων που επιχείρησε η Μαδρίτη.

Η διεθνής αναστάτωση είχε τα ίδια χαρακτηριστικά με την ελληνική: ένταση και σπασμωδικότητα, γρήγορη αποφόρτιση, χαλαρή σύνδεση με σωρεία ετερόκλητων εξελίξεων. Οι αγορές, πέρα από τη συνήθη και περιοδική υπενθύμιση της δύναμής τους, χτύπησαν το καμπανάκι του εφησυχασμού: όλα είναι ακόμα ρευστά και δύσκολα μέσα στη διεθνή κρίση.

Όχι κραχ, λοιπόν, που για να δικαιολογηθεί πρέπει η φλόγα να γίνει φωτιά, αλλά μεγάλη αναστάτωση. Απέναντι στην οποία η ελληνική εποπτική αρχή έκανε, με ψυχραιμία, αλλά σε εικοσιτετράωρη εγρήγορση, τα δύο βασικά πράγματα που απορρέουν από τις αρμοδιότητες και την αποστολή της: παρακολούθηση όλων των συναλλαγών για διακρίβωση ενδεχόμενων παρανομιών και συνεννόηση με την ευρωπαϊκή εποπτική Αρχή (ESMA) για ενδεχόμενη ανάληψη συντονισμένης δράσης.

Τι δημιούργησε την τόσο σημαντική αναστάτωση;

Θα χρησιμοποιούσα την εικόνα δύο μεγάλων διεθνών κύκλων, ενός μακροοικονομικού και ενός χρηματοπιστωτικού, που κινούνται στην ίδια κατεύθυνση παρασύροντας προς τα εκεί και τη μικρότερη, αλλά απόλυτα εξαρτημένη ελληνική μπάλα.

Οι μακροοικονομικές εξελίξεις συνδέονται κυρίως με την παρατεταμένη ύφεση της ευρωζώνης (εντός της οποίας προστέθηκε η πρώτη ένδειξη αδυναμιών και της Γερμανίας), με την αστάθεια και ουσιαστικά με τη διάλυση της «ομάδας των BRICS, τη μάλλον οριστική αποτυχία δραστικής αναστροφής της ιαπωνικής στασιμότητας και μια σειρά δυνάμει πολύ επικίνδυνες γεωπολιτικές αλλαγές και μη ειρηνικές διεκδικήσεις - στον αραβικό κόσμο, στη Μέση Ανατολή, στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, στη Νοτιοανατολική Ασία, ακόμα και μέσα από την αναζωπύρωση των ευρωπαϊκών εθνικισμών.

Στο πλαίσιο αυτό η οικονομική και η πολιτική κρισιμότητα των ΗΠΑ, παρά τις αμφισημίες και στα δύο σκέλη (αβεβαιότητα ως προς τη διατηρησιμότητα της ανάπτυξης, συνειδητή άρνηση ενός ρόλου «χωροφύλακα του πλανήτη»), μεταβάλλεται και αυτή και διαμορφώνει τον χρηματοπιστωτικό κύκλο: τη διεθνή μετακίνηση κεφαλαίων προς τις λιγότερο ρυθμισμένες και κάπως πιο ασφαλείς αγορές των ΗΠΑ.

Η Ελλάδα επηρεάζεται και από τις δύο αυτές τάσεις, τις οποίες ενδυνάμωσε με ορισμένα δικά της χαρακτηριστικά: το Χρηματιστήριο Αθηνών είναι ρηχό, άρα με σχετικά λίγες συναλλαγές μπορεί να προκληθεί πολύ θεματικό αποτέλεσμα, ενώ και η περιπέτεια της χώρας μέσα στην κρίση κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει, άρα κάθε αναζωπύρωση του «κινδύνου Ευρώπη» φουντώνει πρώτα και πιο έντονα τον «κίνδυνο Ελλάδα».
Στο ιδιαίτερα ευαίσθητο και ασταθές αυτό πεδίο προστέθηκαν, αμέσως πριν από τις μέρες της μεγάλης πτώσης, οι ενέργειες ή οι μη ενέργειες που ήδη αναφέρθηκαν -στο πολιτικό, πολιτειακό και «μνημονιακό» επίπεδο-, μεγεθύνοντας έτσι, σχεδόν φυσιολογικά, τις συνέπειες της διεθνούς αναστάτωσης.
Όπως η πτώση των διεθνών χρηματιστηρίων δεν οφείλεται, ούτε σηματοδοτεί μια εμφανή, και πάντως όχι πρωτοφανέρωτη, χειροτέρευση της παγκόσμιας οικονομίας, ούτε αναδεικνύει έλλειψη πρωτοβουλιών σε ρυθμιστικό επίπεδο (αντίθετα, επί ελληνικής προεδρίας ολοκληρώθηκε ένας βαθύς κύκλος αλλαγών που χαρακτηρίζεται από τις ίδιες τις αγορές ως «ρυθμιστικό τσουνάμι»…), έτσι και η περιδίνηση του ελληνικού χρηματιστηρίου δεν οφείλεται και πάντως δεν θέτει εν αμφιβόλω επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας, όπως τη δημοσιονομική προσαρμογή, την παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων, ακόμα και την ήδη επελθούσα (από τον Απρίλιο) έξοδο στις αγορές.

Ποια τα μαθήματα για την Ελλάδα από αυτήν την κρίση μέσα στην κρίση; 

Εδώ ταιριάζει η προαναγγελθείσα λέξη-κλειδί: καθαρότητα. Για να ξαναμπεί η Ελλάδα, με όλες της τις ιδιαιτερότητες και τις δυσκολίες, μέσα στον «μεγάλο κύκλο» που κινεί τις αγορές, για να πεισθούν (ξανά, αλλά σχεδόν εξυπαρχής) οι αγορές ότι οι δυσκολίες και οι ιδιαιτερότητες δεν είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν σε ανατροπές και επαναβυθίσεις, απαιτείται ευκρινής και ειλικρινής προσανατολισμός. 

Με δύο αιχμές: τον τρόπο αρχιτεκτόνισης και τις εσωτερικές λεπτομέρειες και διευθετήσεις της «μεταμνημονιακής μέρας», όπως και όποτε έλθει αυτή, και τη στάση των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων, στο σημερινό και στον όποιο άλλο συσχετισμό τους, έναντι των συμφωνημένων με τους εταίρους δανειστές μας.

Σε μεγάλο βαθμό το δεύτερο -ας το ονομάσουμε «κοινή εθνική στάση»- εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πρώτο - από το πώς θα επανασχεδιασθεί και θα παρουσιαστεί διεθνώς η «μεταμνημονιακή μέρα», της οποίας η πρόσφατη χρηματιστηριακή αναστάτωση έδειξε τις σημαντικές ατέλειες και αντιφάσεις. Με μια αυτονόητη προσθήκη: δεν μπορεί να υπάρξει η παραμικρή πειστικότητα και καθαρότητα αν οι απολύτως φυσιολογικές διαφωνίες περιβληθούν τον μανδύα της θεσμικής αμφισβήτησης ή ακόμα χειρότερα της πρόθεσης ανατροπής - αυτό είναι το πρώτο και, σε πολιτικό επίπεδο, σημαντικότερο μάθημα της αναστάτωσης.

Το δεύτερο μάθημα είναι πιο τεχνικό - η ανάγκη να ληφθούν μέτρα είναι πιο εμφανής από το είδος των μέτρων. Το ξεκαθάρισμα πρέπει να γίνει σε πολλά επίπεδα. Αφού πρόθεση είναι η (ταυτόχρονη με την ευρωπαϊκή αλλά πρόωρη ως προς το ΔΝΤ) απεμπλοκή και από τη σχέση (και το δάνειο) με το ΔΝΤ, ποιος θα καλύψει και με ποιον θα συμφωνηθούν οι όροι αυτής της υπέρβασης; Με το ίδιο το ΔΝΤ, ή με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενεργώντας ως οιονεί θεματοφύλακας των συμφερόντων όλης της «τρόικας»; Και αν, όπως θα ήθελε η λογική της καθαρότητας και δεν αποκλείει και το ίδιο το ΔΝΤ, γίνει το δεύτερο, τότε ποιο είναι το πιο κατάλληλο εργαλείο από την «εγγυητική εργαλειοθήκη», υπάρχουσα ή υπό διαμόρφωση, των ευρωπαϊκών θεσμών; Μια «προληπτική χρηματοδοτική συνδρομή» (PLCC), ως δίχτυ ασφαλείας σε περίπτωση που χρειασθεί, και με επίπεδο εποπτείας παρόμοιο με το τωρινό (παροχή όλων των πληροφοριών, υποχρεώσεις ασκήσεων προσομοίωσης και διευκόλυνσης ελέγχων από την Ελλάδα), χωρίς όμως τη σημερινή περιοδικότητα των ελέγχων (τακτικές αντί τρίμηνες επιθεωρήσεις); Μια «ενισχυμένη πιστωτική γραμμή» (ECCL), με δυνατότητα υπαγόρευσης διορθωτικών ή άλλων μέτρων εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά με πιο χαλαρή ερμηνεία των κανόνων του ελλείμματος και του χρέους; Ή η διαμόρφωση μιας νέας συμφωνίας-πλαισίου για τις υποχρεώσεις της Ελλάδας στη νέα κατάσταση, με ιδιαίτερη έμφαση στη συνέχιση και επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων;

Ό,τι και να επιχειρηθεί, πάντως, πρέπει να επιχειρηθεί μετά από μεγάλο ζύγισμα αλλά με την όσο το δυνατόν ευρύτερη πολιτικοκοινωνική στήριξη. Η οποία δεν μπορεί παρά να ξεκινά από τη συνειδητοποίηση ότι κάποιου είδους «επιτήρηση», και μάλιστα όχι ουδέτερη, θα συνεχιστεί, αλλά, αν οι όροι της είναι οι καλύτεροι δυνατοί για τη χώρα, αυτό δεν θα σημάνει ούτε (περαιτέρω) κάμψη της εθνικής κυριαρχίας, ούτε ασφαλώς εθνική οπισθοχώρηση.

Ποια μπορεί να είναι τώρα η πορεία;

Το ελληνικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα πρέπει συνεπώς να αρχίσει (αμέσως) να σχεδιάζει πάνω σε τρία δεδομένα: η βασική κατεύθυνση ολοκληρωμένης -και σε σχέση με το ΔΝΤ- εξόδου από το μνημόνιο δεν είναι ανάγκη να αλλάξει, η έξοδος αυτή όμως θα είναι αναγκαστικά όχι μονομερής αλλά συμφωνημένη και μέρος της συμφωνίας θα είναι η συνέχιση της λήψης μέτρων και η συνέχιση της επιτήρησης, όσο πιο πολύ δημιουργηθεί ένα νέο πλαίσιο προσαρμοσμένο στις ανάγκες της Ελλάδας και με χωνεμένη την εμπειρία από τις πολλές, ένθεν κακείθεν, αστοχίες του τωρινού προγράμματος, και όσο πιο πολύ αυτό το νέο πλαίσιο το «οικειοποιηθεί» η πολιτική εξουσία, τόσο περισσότερες θα είναι οι πιθανότητες να δημιουργηθούν οι συνθήκες της αναγκαίας οικονομικής, και όχι μόνο, ανάπτυξης μετά από τόσα χρόνια ύφεσης. Ανάπτυξης που ήταν και θα είναι, στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο, το μόνο επιχείρημα έναντι των αγορών.

Η εμπειρία της τριήμερης χρηματιστηριακής αναστάτωσης έδειξε ότι τα βήματα, εκτός από καθαρά, πρέπει να γίνονται και ένα-ένα. Μπροστά μας υπάρχουν τρία καθοριστικά γεγονότα: η επισημοποίηση των αναγκών των συστημικών τραπεζών (26 Οκτωβρίου) μετά τα πανευρωπαϊκά stress tests, η ολοκλήρωση του παρόντος κύκλου αξιολόγησης της τρόικας (μέσα Νοεμβρίου) για την ανάδειξη της κατάστασης και των αναγκών της ελληνικής οικονομίας στο παρά ένα της εξόδου από το μνημόνιο, η βασισμένη πάνω σε αυτές τις διαπιστώσεις διαπραγμάτευση και εκπόνηση της συμφωνίας-πλαισίου για τον τρόπο στήριξης και επιτήρησης της Ελλάδας στη «μεταμνημονιακή», αλλά όχι οριστικά εκτός κρίσης εποχή.

Ειδικά για τον χώρο των αγορών κεφαλαίου, όπου δεν είναι δυνατόν να ανατραπούν από τη μια μέρα στην άλλη ούτε η ρηχότητα του ελληνικού χρηματιστηρίου, ούτε η σχετική δυσπιστία απέναντι στις (δημόσιες ή εταιρικές) ομολογιακές εκδόσεις, ούτε η «επιθετική» συμπεριφορά των κατά το πλείστον «βραχυπρόθεσμων» ξένων επενδυτών-funds, η έννοια του «πολιτικού ρίσκου» θα συνεχίσει να υφίσταται. Θα λάβει, όμως, μια πιο καλοήθη -πιο «φυσιολογική», αφού αυτός είναι ο τρόπος που φαντασιωνόμαστε πλέον το μέλλον της χώρας μας- μορφή, αν πατήσει πάνω σε μια ευρύτερη πολιτική συμφωνία για τον προσανατολισμό της Ελλάδας. Ώστε, σιγά-σιγά η χώρα να ξαναμπεί σε «πεδίο αποδοχής» (rated territory - το οποίο συγκροτείται τόσο από τη γενική εικόνα όσο και από το ειδικό rating) από τις ίδιες αγορές.

Ετσι ώστε, την επόμενη φορά που θα υπάρξει χρηματιστηριακή αναταραχή να είναι πιο ευκρινής η διάκριση ανάμεσα στην εντελώς φυσιολογική διακύμανση (volatility) και στην πολύ επικίνδυνη θεσμική ανασφάλεια (uncertainty). Και μήπως έτσι διευκολυνθεί η επιλογή του δρόμου της ψυχραιμίας.

* Πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μέλος του Προεδρείου της Ευρωπαϊκής Αρχής Κεφαλαιαγορών.

ΠΗΓΉ: euro2day.gr

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

Μεταρρυθμιστική εφεδρεία (Του Ηλία Κανέλλη, ΝΕΑ)

Ο Σπύρος Λυκούδης, που χθες εξήγγειλε τη δημιουργία μιας νέας πολιτικής πρωτοβουλίας, των Μεταρρυθμιστών, έχει δίκιο. Οντως. Στα περίπου πέντε χρόνια της παρατεταμένης κρίσης, «ενώ η κοινωνία άντεξε και με σκληρές θυσίες έδωσε ανάσες, το πολιτικό σύστημα για άλλη μια φορά φάνηκε ανίκανο να τις αξιοποιήσει». Επίσης, όντως «εξακολουθεί να πνίγεται στις αδυναμίες του και να μας πνίγει μαζί του». 
 
Ο Σπύρος Λυκούδης αναφέρθηκε, επίσης, στην αποτυχία ακόμη και της «δικής μας τότε Αριστεράς» (όπως αποκάλεσε τη ΔΗΜΑΡ) να συμβάλει στη διαρθρωτική αντιμετώπιση της κρίσης, υποχωρώντας από τη θέση που την οδήγησε στην τρικομματική κυβέρνηση και, ουσιαστικά, απενεργοποιούμενη οικειοθελώς. Η έλλειψη αυτοκριτικής για εκείνες τις αποφάσεις (και τη στήριξη της «κομματικής νομιμότητας» από πλευράς προσωπικοτήτων της ΔΗΜΑΡ που σήμερα συμφωνούν μαζί του) είναι, πιθανόν, ο λόγος για τον οποίο η νέα κίνηση δεν εκκινεί με ορμή. Ο άλλος λόγος είναι η καθυστέρηση αντίδρασης από πλευράς του «κλίματος Λυκούδη», όταν η δυναμική της Κεντροαριστεράς φαινόταν να έχει προοπτικές. Η χθεσινή παρουσία μεταρρυθμιστών του ΠΑΣΟΚ, σοσιαλδημοκρατών, προσωπικοτήτων του πολιτικού εκσυγχρονισμού και πολλών από τους 58 δείχνει ότι το αίτημα παραμένει ζωντανό. Η δυναμική που ανέπτυξε, στο μεταξύ, Το Ποτάμι έναντι των παραδοσιακών μεταρρυθμιστικών δυνάμεων αποδεικνύει ότι τα κενά που δεν μπορείς να καλύψεις εσύ στην πολιτική τα καλύπτουν κάποιοι άλλοι.

Είναι λοιπόν περιττή η δημιουργία των Μεταρρυθμιστών; Οχι, φυσικά. Αφενός επειδή μια πολιτική κίνηση σοβαρών ανθρώπων που δεν έχουν τίποτα να χάσουν έχει τη δυνατότητα να μιλάει καθαρά και χωρίς συμψηφισμούς με τη φωνή (ακόμη μία) της λογικής. Αφετέρου διότι, σε μια μελλοντική συγκυρία, ίσως η συνεννόηση που δεν έγινε στο παρελθόν γίνει εφικτή. Και τότε οι εφεδρείες μπορεί να κληθούν να παίξουν ρόλο. Ως τότε, πάντως, χρειάζονται κουράγιο. Κι ας θυμάται ο Σπύρος Λυκούδης ότι στις ειδικές συνθήκες της κρίσης τα πέτρινα χρόνια συμπυκνώνονται σε εβδομάδες ή μήνες.

ΥΓ.: Ο καθαρός πολιτικός λόγος του Σπύρου Λυκούδη ήταν, κι αυτός, φορτωμένος λυρικά τσιτάτα, πεζογράφους και ποιητές. Περιττό (και αποπροσανατολιστικό). Ο λυρισμός ουδέποτε ήταν μεταρρυθμιστικό προαπαιτούμενο.

πηγή: politicalreviewgr.blogspot.gr

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Ομιλία του Ανεξάρτητου Βουλευτή Σπύρου Λυκούδη την 21/10/2014 στο Μουσείο Μπενακη

Σημείωση του Blogger: 
Το παρόν blog δεν ταυτίζεται απόλυτα με τη  νέα κίνηση του Σπύρου Λυκούδη. Παρ΄όλα αυτά όμως καλοσωρίζει και αναδημοσιεύει την ομιλία του επειδή θεωρεί αντικειμενικά αυτήν τη νέα κίνηση ως μια σημαντική εξέλιξη στο χώρο της Μεταρρυθμιστικής Αριστεράς, στο βαθμό που θα μπορέσει να ξεμπλοκάρει πολλούς αριστερούς μεταρρυθμιστές οι οποίοι είχαν βαλτώσει στο έλος της ΔημΑρ. (Δ.Κ.)



ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ
21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2014


Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,
Η χώρα μας διανύει τον έκτο χρόνο μιας σκληρής χρηματοπιστωτικής κρίσης, με πολλές και δυσμενείς συνέπειες για όλη την κοινωνία. Διανύουμε την ύστερη (όχι όμως και τελευταία, απ’ ό,τι φαίνεται) φάση αυτής της κρίσης, διαπιστώνοντας, ότι όλα έχουν αλλάξει, για να παραμείνουν ίδια. Η δημοσιονομική σταθεροποίηση, το πρωτογενές πλεόνασμα και η αποφυγή του GREXIT είναι το σημαντικό και σπουδαίο επιχείρημα της κυβέρνησης· το κόστος στην κοινωνία, είναι το επίσης σοβαρό επιχείρημα της αντιπολίτευσης. Τα επίδικα της ελληνικής πραγματικότητας παραμένουν τα ίδια: το αίτημα για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμό των δομών της ελληνικής πραγματικότητας στο σύνολό της με αιχμή την οικονομία, τη διοίκηση και τη δικαιοσύνη, παραμένει ανικανοποίητο. Και είναι αυτό το ανικανοποίητο αίτημα, που υπονομεύει σταθερά και εξόχως αποτελεσματικά τα όποια δημοσιονομικά επιτεύγματα, ενώ επιτείνει την αδικία εις βάρος αυτών που επωμίστηκαν το κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής.

Η κρίση ανέδειξε τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας, τα οποία συσσωρεύτηκαν από τη μεταπολίτευση και μετά. Ας μην ξεχνάμε ωστόσο ότι παρά τα προβλήματα αυτά, στα σαράντα χρόνια της μεταπολίτευσης, η χώρα έκανε σημαντικά βήματα προόδου, με πιο σημαντικούς σταθμούς την ένταξη της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια και στην ζώνη του ευρώ. Ένταξη που βοήθησε να εισρεύσουν σημαντικοί οικονομικοί πόροι και να γίνουν βασικά έργα υποδομών, παρότι σε πολλές περιπτώσεις υπήρξαν συμβάσεις που διασπάθισαν τους πόρους αυτούς ανορθολογικά και για αλλότριους σκοπούς. Στο θεσμικό, όμως, επίπεδο δεν έγιναν οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις που ήταν επιβεβλημένες να γίνουν σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό Κράτος, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και δεν έγιναν για να μην θιγούν συντεχνιακά και άλλα συμφέροντα ειδικών ομάδων, με επιρροή στο πολιτικό σύστημα και το Κράτος. Είχαμε μεγάλες περιόδους, όπου ασκήθηκαν άφρονες οικονομικές πολιτικές, που βασίστηκαν στον φτηνό ξένο δανεισμό της χώρας και σε μια πελατειακή αντίληψη αναδιανομής των όποιων οικονομικών πόρων, χωρίς να παράγεται νέος πλούτος. Αποτέλεσμα όλων αυτών των πολιτικών ήταν να δημιουργηθεί ένας τεράστιος γραφειοκρατικός και αναποτελεσματικός κρατικός μηχανισμός, ο οποίος μεγάλωνε και λειτουργούσε, χωρίς αξιοκρατία, μακριά από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, στη βάση εξυπηρέτησης ημετέρων κομματικών και συντεχνιακών συμφερόντων.

Έτσι, η υπογραφή της δανειακής σύμβασης και του μνημονίου με τους εταίρους μας το 2010 από την τότε Κυβέρνηση για να αποφύγει η χώρα την ανοικτή χρεοκοπία με πολύ δυσμενέστερες επιπτώσεις για την κοινωνία, εμφανίστηκε ως μονόδρομος, αλλά πιστεύουμε ότι δεν αποτέλεσε μια ολοκληρωμένη και δίκαιη πολιτική αντιμετώπισης τη κρίσης, ένα εθνικό πολιτικό σχέδιο που είχε ανάγκη η χώρα και που προϋπέθετε την συνεννόηση και συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων.

Οι πολιτικές δυνάμεις που διαχειρίστηκαν την κρίση, δεν μπόρεσαν να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν ένα εθνικό σχέδιο αντιμετώπισής της, αλλά περιορίσθηκαν περισσότερο σε μια απλή διαχείριση των μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, απέναντι στους εταίρους και δανειστές μας. Μια διαχείριση, η οποία πολλές φορές οδηγούσε στην αποφυγή ή στην αναβολή της εφαρμογής ώριμων μεταρρυθμίσεων και στην συνέχιση της εξυπηρέτησης διαφόρων συντεχνιακών ομάδων και υπεράσπισης των συμφερόντων τους. Αλλά και οι δυνάμεις που αντιπολιτεύθηκαν τις πολιτικές αυτές, περιορίσθηκαν σε έναν άγονο λαϊκισμό και σε στείρες αντι-μνημονιακές καταγγελίες, χωρίς να αντιπροτείνουν ένα πειστικό και ρεαλιστικό σχέδιο. Σχεδόν όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας, έχουν επιδείξει αυτά τα χρόνια της κρίσης, τα πιο άσχημα δείγματα εθνικής συνεννόησης και συναίνεσης.

«Απερίσπαστοι επιδοθήκαμε να βγάλουμε τα δικά μας τα μάτια, ο ένας τ’ αλλουνού, με ρίγη ιερής συγκίνησης στην καρδιά», για να θυμηθώ τον Αλέξανδρο Κοτζιά.
Ο κανόνας ότι, στις δύσκολες στιγμές της χώρας, χρειάζεται να υπερβαίνουμε τις κομματικές περιχαρακώσεις και να αναζητούμε το κοινό έδαφος της εθνικής συνεννόησης, όχι απλώς δεν εφαρμόσθηκε ουσιαστικά ούτε καν εμφανίστηκε την περίοδο της μεγάλης κρίσης. Κάποιες προσδοκίες δημιουργήθηκαν τον Ιούνιο του 2012 με τον σχηματισμό της τρικομματικής Κυβέρνησης, αλλά αυτή η φωτεινή σελίδα έκλεισε άδοξα ένα μόνο χρόνο μετά, με ευθύνες των ίδιων των δυνάμεων που είχαν συγκροτήσει την Κυβέρνηση εθνικής συνευθύνης. Θα μπορούσαμε εδώ να απαριθμήσουμε αλαζονικές συμπεριφορές στην τρικομματική κυβέρνηση από αυτούς που είχαν και έχουν, όπως και στο σημερινό κυβερνητικό σχήμα, το πάνω χέρι. Αλλά αυτό που μας συντρίβει στον απολογισμό μας είναι η δική μας τότε αριστερά που φάνηκε να τολμά αλλά δυστυχώς δεν άντεξε ούτε την ίδια της την τόλμη, διαψεύδοντας χιλιάδες συμπολίτες που την εμπιστεύτηκαν.

Έτσι μέσα από τις συμπληγάδες της κρίσης και όλες τις παλινωδίες των Κυβερνώντων από τη μία και τον λαϊκισμό και την καταστροφολογία των αντιπολιτευομένων από την άλλη, φτάσαμε σήμερα σε ένα σημείο όπου όλοι παρατηρούμε ότι ενώ η κοινωνία άντεξε και με σκληρές θυσίες έδωσε ανάσες, το πολιτικό σύστημα για άλλη μία φορά φάνηκε ανίκανο να τις αξιοποιήσει. Αντί να μετατρέψει τις ανάσες σε οξυγόνο εξακολουθεί να πνίγεται στις αδυναμίες του και να μας πνίγει μαζί του.
Το ερώτημα τίθεται με αμείλικτο τρόπο: Η χώρα είναι έτοιμη για τη μετάβαση στην λεγόμενη μετά–μνημονιακή εποχή; Απαντούμε: η χώρα δεν είναι έτοιμη για αυτήν την μετάβαση.

Σήμερα επιβάλλεται να διατυπώσουμε με σαφήνεια τα ερωτήματα που προκύπτουν και να τους δώσουμε πειστικές απαντήσεις. Το πέρασμα στη νέα εποχή δεν θα γίνει, ούτε με τις πολιτικές που αναβάλλουν επ’ αόριστον τις αναγκαίες αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που χρειαζόμαστε ως Κράτος, ούτε με πολιτικές που υπόσχονται επιστροφή στο παρελθόν. Το άνοιγμα μιας νέας σελίδας για τη χώρα, δεν θα γίνει με τη συντήρηση των μηχανισμών και των πελατειακών σχέσεων του παρελθόντος, ούτε με την εμφάνισή τους με άλλη μορφή και σε νέα έκδοση. Αυτά που έχει ανάγκη η κοινωνία δεν είναι οι διαγκωνισμοί παροχολογίας και υποσχεσιολογίας που παρακολουθούμε από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης το τελευταίο διάστημα. Οι κοινωνικές αδικίες δεν αίρονται με ημίμετρα, και με επιδόματα, αλλά ούτε και με υποσχέσεις επιστροφής σε ένα παρελθόν που βύθισε την χώρα.

Η κυβέρνηση, υπό το κράτος του πανικού της για την απώλεια της πλειοψηφίας, εγκαταλείπει καθημερινά δεσμεύσεις και συμφωνηθέντα και επιδίδεται σε διαγωνισμό λαϊκισμού με τον ΣΥΡΙΖΑ, στρεφόμενη στα παραδοσιακά ακροατήρια της λαϊκής δεξιάς. Χαρακτηριστικό δείγμα ο τελευταίος ανασχηματισμός. Όχημα και των δύο στον ανταγωνισμό αυτόν, η πελατειακή συγκρότηση του κράτους. Ό,τι μας έφερε εδώ, επιστρατεύεται ξανά, ως θεραπεία.

Αυτό που χρειάζεται για το πρόβλημα του χρέους είναι να προχωρήσουμε σε μια διευθέτησή του μαζί με τους εταίρους και δανειστές μας, που θα το καταστήσει εξυπηρετήσιμο, χωρίς μονομερείς ενέργειες και μεγαλοστομίες. Η ριζική αντιμετώπισή του θα γίνει σε βάθος χρόνου, μαζί με τις αλλαγές που θα προωθηθούν στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, από τις ευρωπαϊκές δημοκρατικές προοδευτικές δυνάμεις, στην κατεύθυνση της δημοκρατικής ολοκλήρωσης του, ως ευρωπαϊκού πλέον προβλήματος, μέσα από διαδικασίες αμοιβαιοποίησης του.


Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,
H κρίση καθώς μεταλλάσσεται, επιβεβαιώνει προβλήματα και διαψεύδει ανυπόστατες βεβαιότητες και κάθε λογής φενακισμούς. Όχι μόνον στην Ελλάδα. Και στην Ευρώπη.
Ξέρετε, σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, η επανάσταση της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών δεν έχει μεταβάλλει μόνο τους όρους της εργασίας και της αγοράς, αλλά ως γνωστόν έχει φέρει και πολύ κοντά έθνη και λαούς. Καθώς και τις ανάγκες τους. Στο πλαίσιο αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται να υπερβεί το σημερινό επίπεδο μιας πρωτογενούς νομισματικής ένωσης που έχει κατακτηθεί και να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο, μιας δημοκρατικής οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης. Μόνο μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να αποτελέσει πειστική απάντηση όχι μόνο στην χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά και στους αναδυόμενους τοπικισμούς και στους κάθε είδους εθνικισμούς, που απειλούν την Ένωση, σε μια φάση που το διεθνές περιβάλλον γίνεται όλο και πιο δύσκολο και πιο ανταγωνιστικό για τα μικρά Κράτη, καθώς στον παγκοσμιοποιημένο πλέον κόσμο μας καλούνται να αντιμετωπίσουν νέες μεγάλες χώρες και ενώσεις.

Να εγκαταλειφτούν όμως και τα στερεότυπα. Το στερεότυπο των «τεμπέληδων» του Νότου έναντι των «εργατικών» του Βορρά, ούτε ερμηνεύει το ελληνικό πρόβλημα, ούτε απαντάει σε αυτό. Ακόμα και το Βερολίνο, η οικονομική μητρόπολη της Ευρωζώνης, πλήττεται με την σειρά του και αυτό, από την ανάσχεση της ανάπτυξης της γερμανικής οικονομίας.

Η απολυτότητα στην συνταγή της δημοσιονομικής αυστηρότητας είναι αδύνατον να ακολουθηθεί ήδη, τόσο από την Γαλλία, όσο και από την Ιταλία.
Το ευρωπαϊκό οικονομικό περιβάλλον αλλάζει, μαζί του αλλάζουμε και εμείς, αλλά πρέπει να είμαστε συνεννοημένοι για δύο πράγματα:
-               Το ένα είναι η εμμονή μας σ’αυτό. Η ΕΕ διαμορφώνει το πιο προωθημένο και προωθητικό πλαίσιο ύπαρξης και ευημερίας των λαών της.
-               Το άλλο είναι, ότι διεκδικούμε να παραμείνουμε εντός της, να είμαστε μέρος της και εμείς. Και ως πρόβλημα, και ως μέρος της λύσης της. Και εργαζόμαστε γι’ αυτό.

Η νέα φάση απαιτεί ένα Ολοκληρωμένο Εθνικό Πολιτικό Σχέδιο, παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, ριζικής μεταρρύθμισης του Κράτους και των θεσμών, με τη ενεργή συμμετοχή και αφύπνιση της κοινωνίας και των πολιτών. Ένα νέο κοινωνικό Συμβόλαιο. Μια επανάσταση του αυτονόητου, της κοινής λογικής, που θα δημιουργήσει συνθήκες συνεννόησης και συναίνεσης των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων.

Στρατηγική προτεραιότητα αυτού του Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης, αποτελεί η παραγωγική ανασύσταση της χώρας. Η οικονομία μας, αξιοποιώντας τα στρατηγικά πλεονεκτήματα που έχουμε σε πολλούς τομείς – είδατε την περσινή και φετινή (ακόμα πιο πολύ) έκρηξη στον τομέα του τουρισμού μας -, χρειάζεται σταδιακά να μετασχηματίζεται σε μια παραγωγική οικονομία με εξωστρέφεια και καινοτομία, που θα παράγει νέο πλούτο.

Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και κάθε υγιούς ιδιωτικής επενδυτικής πρωτοβουλίας, είναι η απάντηση στην ανεργία και την υποαπασχόληση, η απάντηση απέναντι σε κάθε είδους κρατισμό καθώς και στην κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Το νέο παραγωγικό μοντέλο που χρειάζεται η χώρα, για μια βιώσιμη και αειφόρα ανάπτυξη, θα βασίζεται στις αναξιοποίητες παραγωγικές δυνατότητες της χώρας σε πολλούς τομείς, στην καινοτομία, στις νέες τεχνολογίες, στην επιστημονική έρευνα και στη συνεργασία των Πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις, για την παραγωγή νέων και την βελτίωση των ήδη παραγόμενων προϊόντων αλλά και των υπηρεσιών, ώστε να μπορούν να σταθούν στην παγκόσμια αγορά.

·  Χρειαζόμαστε νέες επιχειρήσεις που θα κάνουν επενδύσεις και θα δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, χωρίς να ασφυκτιούν από την υψηλή φορολογία και τις υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές. Και ταυτόχρονα χρειαζόμαστε πολιτικές κοινωνικής δικαιοσύνης, που θα υπερασπίζονται τους κοινωνικά και οικονομικά αδύνατους, τους ανέργους και τους καταστρεμμένους οικονομικά από την κρίση, που θα τους διασφαλίζεται ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
·  Χρειαζόμαστε ένα άλλο Κράτος, αντιγραφειοκρατικό, φιλικό στην επιχείρηση και στον πολίτη, επιτελικό, ευέλικτο, που θα στελεχωθεί με αξιοκρατία και διαφάνεια. Η συνεχής αξιολόγηση δομών, υπηρεσιών και προσώπων λειτουργών, θα πρέπει να αποτελεί τον σταθερό άξονα όλων των δομών του Κράτους σε όλα τα επίπεδα. Ένα Κράτος δίκαιο, χαρακτηρίζεται ακριβώς από διαφάνεια, αξιοκρατία και συνεχή αξιολόγηση.
·  Χρειαζόμαστε ένα δίκαιο και απλό φορολογικό σύστημα, με καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, που ο καθένας θα συνεισφέρει ανάλογα με τις φοροδοτικές του δυνατότητες, το εισόδημα και την κινητή και ακίνητη περιουσία του.
·  Χρειαζόμαστε μια δικαιοσύνη που θα λειτουργεί άμεσα και αποτελεσματικά για τους πολίτες και την κοινωνία, χωρίς περιττές καθυστερήσεις και γραφειοκρατίες, απλοποιώντας πολλές από τις διαδικασίες απονομής της και αξιοποιώντας τις νέες δυνατότητες της τεχνολογίας.
·  Χρειαζόμαστε ένα σύστημα δημόσιας παιδείας, υγείας και ένα ενιαίο και δίκαιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, που θα παρέχει τις υπηρεσίες του σε όλους τους πολίτες και θα είναι προσβάσιμο και από τα πιο φτωχά και αποκλεισμένα τμήματα της κοινωνίας, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
·  Χρειαζόμαστε μια Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση, πραγματικές αυτοκυβερνήσεις των τόπων τους, με ξεκάθαρες αρμοδιότητες και οικονομικούς πόρους, που δεν θα εξαρτώνται από την κεντρική εξουσία για να υπηρετήσουν τον ρόλο τους.

Οι απαιτούμενες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις πρέπει να αγκαλιάσουν όλες τις λειτουργίες και τις κρατικές δομές, για τον μετασχηματισμό σε ένα πραγματικά δημοκρατικό ευρωπαϊκό Κράτος, που θα μπορεί να παρέχει αποτελεσματικές και χρήσιμες υπηρεσίες προς την κοινωνία και τους πολίτες.

·              Χρειαζόμαστε ριζική αλλαγή του ίδιου του πολιτικού συστήματος που είναι προϋπόθεση για την μεγάλη μεταρρύθμιση του Κράτους. Το “παλιό” πρέπει να παραχωρήσει τη θέση του στο “νέο” και αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο την ηλικιακή ανανέωση των στελεχών του πολιτικού συστήματος, χωρίς να σημαίνει ότι και αυτό δεν αποτελεί ζητούμενο. Αφορά κυρίως θα έλεγα και την αλλαγή και τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας των κομμάτων, την διαφάνεια, την καταπολέμηση της διαφθοράς και του πολιτικού χρήματος, την εξάλειψη των πελατειακών σχέσεων και την καταπολέμηση κάθε τύπου διασυνδέσεων κόμματος – Κράτους. Οι πολίτες απαιτούν πλέον κόμματα ανοικτά στην κοινωνία, με δημόσιους απολογισμούς και με διαφάνεια στη λειτουργία τους και τα οικονομικά τους. Το νέο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος, της Βουλής, της Κυβέρνησης, των πολιτικών κομμάτων, πρέπει να υπηρετεί αυτές τις αρχές. Το πολιτικό σύστημα της νέας εποχής, οι νέοι πολιτικοί φορείς που θα δημιουργηθούν, για να μπορέσουν να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη της κοινωνίας, θα πρέπει να εμπεριέχουν στις αρχές τους αυτές τις αξίες.

Σήμερα το πολιτικό πρόγραμμα και οι κατευθύνσεις στους χώρους των δύο μεγάλων κομμάτων, διαμορφώνονται ερήμην της οικονομικής πραγματικότητας των ευρωπαϊκών και διεθνών δεδομένων, ενώ βρίθουν από ψευδοκοινωνικές αναφορές. Η –όποια- δημοσιονομική σταθερότητα κατακτήθηκε, απειλείται σοβαρά. Εάν συνεχιστεί η σημερινή πορεία, σύντομα θα αποτελεί παρελθόν, για να βιωθεί οδυνηρά από τους πολίτες, πως το «ψευδοκοινωνικό» είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της κοινωνίας.


Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,
Ωστόσο, παρά την κυριαρχία του κλίματος αυτού, μερίδα της κοινωνίας μας αρνείται να βολευτεί στις υπάρχουσες πολιτικές φόρμες και νόρμες. Μερίδα της κοινωνίας αντιλαμβάνεται πολύ πιο σύνθετα τα πράγματα απ’ ό,τι της παρουσιάζονται αυτά από νυν και δυνάμει κυβερνητικούς σχηματισμούς. Και είναι η μερίδα αυτή, που σήμερα, είτε ΔΕΝ εκπροσωπείται, είτε υποεκπροσωπείται πολιτικά. Και αυτό αποτελεί ένα τεράστιο πρόβλημα δημοκρατίας.
Η κρίση δίδαξε κι εμάς. Και, πρέπει να το παραδεχτώ, μας άλλαξε κιόλας, όπως άλλαξε τα πάντα στη χώρα.
Είναι μεγάλη η διαδρομή μας στην ιστορία αυτού του τόπου. Σ’αυτόν τον τόπο μεγαλώσαμε μαζί και με την αριστερά. Συμβάλλαμε – όσο το καταφέραμε, πάντως το προσπαθήσαμε με όλες μας τις δυνάμεις – στην δημοκρατική εξέλιξη του τόπου. Σε συνθήκες ανεπτυγμένης δημοκρατίας όμως, ήρθε η κρίση για να μας καταδείξει το προφανές: ότι οι συνήθεις ευκολίες την εκφορά του πολιτικού λόγου και την διαχείριση των προβλημάτων είναι όχι απλώς άχρηστες αλλά και επικίνδυνες. Μας έθεσε προ των ευθυνών μας. Ωριμάσαμε μαζί της. Και αποφασίσαμε – όχι εύκολα, ούτε χωρίς προβλήματα, καθυστερήσεις και αντιφάσεις – ότι θα αναλάβουμε τις ευθύνες μας.


Με τις σκέψεις, λοιπόν, αυτές και, με απόλυτη επίγνωση των υποκειμενικών και αντικειμενικών δυσκολιών και την πολυπλοκότητα της συγκυρίας, προχωρούμε στο σημερινό εγχείρημα, γιατί «πάντα θα ’χουμε ανάγκη από ουρανό», όπως έγραψε ο Μίλτος Σαχτούρης.

Συγκροτούμε με πλήρη συνείδηση των ευθυνών μας ένα νέο πολιτικό χώρο, συγκροτούμε τους
«ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ
 για την δημοκρατία και την ανάπτυξη»

Δεν πρόκειται για πρωτοβουλία με απαντήσεις έτοιμες για όλα. (Είμαστε όλοι άνθρωποι με ιστορία και η συγκρότησή μας, αυτό ειδικά μας το απαγορεύει).

Δεν συγκροτούμε τους ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ αυτοπροβαλλόμενοι ως οι αυθεντικοί. Αυθεντική είναι η ανησυχία μας. Αυθεντική, επίσης κατά τη γνώμη μας, είναι και η ανάγκη για την οικοδόμηση λύσεων και προοπτικής γι’ αυτή τη χώρα.

Δεν αυτοπροσδιοριζόμαστε ως «το νέο» και «το καθαρό». Στην πολιτική, όπως και στην κοινωνία, ποτέ το «νέο» ή το «καθαρό» δεν υπήρξε αμιγώς νέο, ή καθαρό. Ούτε και θα ήταν χρήσιμα εξάλλου ως τέτοια.

Άρα δεν πρόκειται να αναλωθούμε σε τέτοιους αυτοδιαψευδόμενους προσδιορισμούς και ανταγωνισμούς. Το πολιτικό σκηνικό της χώρας ανασυντίθεται και η ανασύνθεση πραγματοποιείται με όρους πολιτικούς και όχι άλλους, εκτός πολιτικής. Παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα, εμείς πιστεύουμε ότι οι πολιτικές δυνάμεις στην χώρα είναι υπό διαμόρφωση.
Εμείς, οι ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ, παίρνουμε αυτήν την πολιτική πρωτοβουλία, όχι για να αποτελέσουμε απλώς άλλη μια πρόταση διαλόγου. Συγκροτούμε πολιτικό χώρο και φιλοδοξούμε να παρέμβουμε στις εξελίξεις και να συμβάλλουμε σε δημοκρατικές και προοδευτικές κατευθύνσεις στην νέα εποχή.

Εμείς, οι ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ, εμπνεόμαστε από τις αξίες της ανανεωτικής αριστεράς και της ιστορικής της διαδρομής, αντλούμε από τον πολιτικό φιλελευθερισμό, από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, από την πολιτική οικολογία.

Πριν ακόμα εκδηλώσουμε αυτήν την σημερινή ειλικρινή φιλοδοξία να συγκροτηθούμε για να συμβάλουμε στην κοινή προσπάθεια της ανασύνθεσης και ενότητας του δημοκρατικού χώρου, ακούσαμε κάποιες πρόχειρες (κάνω την πιο ήπια διατύπωση) ενστάσεις, που καταλήγουν στο ερώτημα:
«Τι χρειάζεται μία ακόμη πολιτική συσπείρωση;».
Απευθύνομαι σε ανησυχούντες παλιούς και νέους ιδιοκτήτες του χώρου.
Συγκάτοικοι είμαστε.

Δεν ερχόμαστε για να κλέψουμε από οποιονδήποτε το οτιδήποτε. Για να προσθέσουμε ερχόμαστε στον κοινό κορβανά, παρότι εμείς πρέπει να ανησυχούμε, και δικαίως νομίζω, για επιμονές και αρχηγισμούς.
Δεν μας ενδιαφέρει να δημιουργήσουμε ένα άλλο «στέκι» για να στεγάσουμε κάποιες ματαιοδοξίες μας. Η πρωτοβουλία μας έρχεται να συνδράμει στην ανάδειξη δύο βασικών αναγκών που έχει σήμερα το απαξιωμένο πολιτικό μας σύστημα.

Η πρώτη ανάγκη είναι να αναδείξουμε και να στηρίξουμε την αναγκαιότητα της πολιτικής συνεννόησης και συναίνεσης των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου. Σε μια εποχή που κυριαρχούν οι πολεμικές κραυγές και οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί για τον πολιτικό αντίπαλο, εμείς πιστεύουμε ότι ο τόπος μας χρειάζεται σταθερότητα, συνεννόηση και υπευθυνότητα από τις πολιτικές δυνάμεις.

Χρειαζόμαστε ευρύτερες συγκλίσεις για Κυβερνητικές λύσεις. Χρειαζόμαστε συμφωνίες σε ένα ελάχιστο προγραμματικό πλαίσιο για τις αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα μας.

Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών, η πολιτική περί την έξοδο από το μνημόνιο προχειρότητα της κυβέρνησης και η αβεβαιότητα που σπέρνει η αφροσύνη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αυτά δηλαδή που οδήγησαν στην κάθετη πτώση του ελληνικού χρηματιστηρίου και την εκτόξευση των spreads, επιβεβαίωσαν με δραματικό τρόπο την ανάγκη στοιχειώδους εθνικής συνεννόησης για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας και την είσοδο της χώρας στη νέα εποχή.
Επιβεβαίωσαν με δραματικό τρόπο την πρότασή στη Βουλή για την ανάγκη συναίνεσης και στο κυβερνητικό επίπεδο, συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης. Και επανέρχεται το πρόβλημα. Οι πολιτικοί κίνδυνοι ενεργοποιούν οικονομικούς, ενώ οι οικονομικοί κίνδυνοι εφ’όσον παραταθεί η ζωή τους, παράγουν πολιτική αστάθεια. Και είμαστε εμείς τα πολιτικά υποκείμενα της χώρας, που πρέπει να παρέμβουμε διακόπτοντας τον φαύλο κύκλο.

Ναι, χρειάζονται μεγάλες συναινέσεις.

Ας μου ξαναγίνει κριτική ότι η πρόταση της συνεννόησης δεν είναι εφικτή. Εγώ καταθέτω προτάσεις που πιστεύω βαθιά ότι είναι όχι απλώς χρήσιμες αλλά απαραίτητες για την χώρα. Και όπως έχω πει άλλοτε και αλλού «περπατώντας ανοίγουμε τους δρόμους». Το αισιόδοξο αυτές τις μέρες: Τώρα πια έχουν πληθύνει όσοι σκέφτονται και μιλούν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η δεύτερη ανάγκη αφορά την μεγάλη συνάντηση όλων των δυνάμεων του ιστορικού δημοκρατικού χώρου. Από το δημοκρατικό και φιλελεύθερο κέντρο, τους σοσιαλιστές, έως και την ανανεωτική αριστερά. Μία τέτοια μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη, μπορεί να αποτελέσει αποτελεσματική δύναμη που θα συμβάλλει σε μία ασφαλή δημοκρατική και προοδευτική πορεία της χώρας.

Οι ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ καταθέτουμε σήμερα την ειλικρινή μας βούληση για πολιτική συνάντηση και συνεργασία όλων των κομμάτων, φορέων, κινήσεων και προσώπων που αυτοπροσδιορίζονται στον ευρύτερο δημοκρατικό χώρο. Μας ενώνουν πολλά, μας χωρίζουν λίγα.

Εμείς, οι ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΕΣ, απευθυνόμαστε επίσης σε όλους τους δημοκρατικούς, προοδευτικούς πολίτες και τους καλούμε να συμπαραταχθούν μαζί μας, να πλαισιώσουν την προσπάθειά μας.

Να συγκροτήσουμε πολιτικές κινήσεις ανοικτές στην κοινωνία και στους πολίτες, σε όλες τις πόλεις της χώρας.

Να ανοίξουμε ένα μεγάλο διάλογο με τις άλλες δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις.

Να ορθώσουμε μέτωπο απέναντι στον δεξιό και τον αριστερό λαϊκισμό, τον ρατσισμό και τον νεοναζισμό.

Φιλοδοξία μας είναι να αποτελέσουμε έναν πολιτικό χώρο που θα επιδιώξει να υπερβούμε όλοι αντιπαλότητες, μικρότητες, ηγεμονικές και αλαζονικές συμπεριφορές που ταλανίζουν τον δημοκρατικό, προοδευτικό χώρο και απογοητεύουν τους πολίτες.

Φιλοδοξούμε να γίνουμε ένας χώρος που θα θέσει βάσεις για συνεργασία με τις άλλες προοδευτικές και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, για την συγκρότηση της μεγάλης δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης.

Να γίνουμε ΕΝΑ φαίνεται ότι είναι ακατόρθωτο σήμερα, να ενώσουμε όμως τις δυνάμεις μας μπορούμε.



Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι,
Αυτή όμως η ένωση των δυνάμεών μας είναι βέβαιο, ότι έχει υποκειμενικές και αντικειμενικές δυσκολίες. Δυστυχώς, οι ευκολίες τελείωσαν οριστικά για μας. Οφείλουμε να συναντηθούμε άνθρωποι με διαφορετικές πολιτικές καταγωγές· με κυβερνητική εμπειρία και όχι.
Δεν είναι εύκολη η συνάντηση αυτή. Νομίζω, όμως, ότι είναι αναγκαία. Εάν επιτευχθεί, θα πρόκειται για κάτι σημαντικό. Όμως, οι πρωτοβουλίες δεν παίρνονται, για να μελετηθούν in vitro από πολιτικούς επιστήμονες. Παίρνονται, για να ανταποκριθούν in vivo στις απαιτήσεις της συγκυρίας και, κυρίως, να ανταποκριθούν αποτελεσματικά. Να είναι χρήσιμες.
Άρα, η συνάντησή μας αν υπάρξει οφείλει να είναι ειλικρινής και τολμηρή.
Ξεκινάμε σήμερα για άλλη μία φορά μία μεγάλη προσπάθεια. Τον δρόμο τον ξέρουμε. Τον περιέγραψα. Τα μονοπάτια ψάχνουμε, για να βγούμε όλοι μαζί στη δημοσιά.
Ποτέ δεν πιστέψαμε στις βεβαιότητες.
Ανήκουμε στη μεγάλη παράδοση των ανανεωτικών προσπαθειών που τράβηξαν τα βήματά μας. Μέσα από το πάθος για τόλμη στη σκέψη και ανανέωση στην πολιτική, μάθαμε και ταυτίσαμε τους αγώνες μας με την δημοκρατία, τα δικαιώματα, την διαφορετικότητα.
Δεν πετύχαμε ως τώρα αυτά που επιδιώξαμε.
Θα επιμείνουμε όμως.
Με όπλο πάντα, κάτι που νομίζω πως όλοι αναγνωρίζετε ότι μας χαρακτηρίζει: την ειλικρίνεια.
Γιατί όπως λέει και ο Οδυσσέας Ελύτης «κείνο που μας προσάπτουνε τα χελιδόνια, η Άνοιξη που δεν φέραμε είναι ακριβώς η αγνότητά μας».
Σας ευχαριστώ.