Την ώρα που όλοι είχαμε σχεδόν αποκοιμηθεί, δεχόμενοι μοιρολατρικά τη μοίρα μας, πεισμένοι πλέον ότι ούτε η τρικομματική στήριξη στην κυβέρνηση μπορούσε να μας σώσει από τη λαίλαπα της τρόικας∙ την ώρα που η ΝεοΔημοκρατική διαπραγμάτευση έμοιαζε να κινείται εξαντλώντας ήδη τη λιγοστή δύναμη αδράνειας που της είχε απομείνει, ο αριστερός οίστρος μπήκε από το ανοικτό παράθυρο του ΑηΔημητριάτικου φθινοπώρου που καθυστερούσε να φύγει, και δίνοντάς μας μια τσιμπιά στο μπράτσο που στήριζε το βαρύ ακουμπισμένο μας κεφάλι στο τραπέζι, μας επανέφερε από τον ημι-λήθαργο στον οποίο είχαμε βρεθεί, τινάζοντάς μας ξαφνιασμένους.
Ναι, η ΔημΑρ είχε πει όχι στα εργασιακά.
Χρειάστηκαν κάποιες στιγμές να ξεπεράσουμε το σοκ, και να συνέλθουμε. Διότι, έως εκείνη τη στιγμή ο καθένας είχε βυθιστεί στο όνειρό του. Άλλος ονειρευόταν εξεγέρσεις σιγοτραγουδώντας τη Διεθνή, άλλος έβλεπε κάτι στριφνούς εφιάλτες εξ αιτίας της πίεσης και της ανέχειας που τον συνόδευε τον τελευταίο καιρό σε κάθε έκφανση της ζωής του, άλλος απλά ταξίδευε ευτυχισμένος σε λιβάδια ευτυχίας, ενίοτε και σεξουαλικής, εν υπνώσει πάντα, και άλλος είχε αϋπνίες απορροφημένος στις σκέψεις του, προσπαθώντας να επιτύχει κάτι ανάλογο με τον τετραγωνισμό του κύκλου. Τον τρόπο, δηλαδή, να βγάλεις με είκοσι ευρώ τις επόμενες δεκαπέντε ημέρες.
Με κάτι τέτοια πεζά, ταπεινά και ασήμαντα καταγινόταν το φτωχό μας υποσυνείδητο τη στιγμή που συνέβη το μοιραίο. Η τρόικα είχε υπερβεί τα εσκαμμένα, και έχοντας ήδη επιτύχει τη συμφωνία της κυβέρνησης στα σκληρά μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα, προσπαθούσε ήδη να δημιουργήσει ένα νέο status στις εργασιακές σχέσεις. Ήταν ολοφάνερο πλέον για τη ΔημΑρ, ότι η κατάσταση ξέφευγε από το πλαίσιο της μείωσης δαπανών, αλλά αποσκοπούσε στο κτίσιμο μιας νέας εργασιακής πραγματικότητας, προοικονομώντας το μέλλον της εργασίας στη χώρα μας.
Η άρνηση ήταν ακαριαία, σαφής και απόλυτη. Σε πρώτο επίπεδο όμως, γιατί από κάτω της ξεδιπλώνονταν πολλές πτυχές οι οποίες έπρεπε να μελετηθούν και να ληφθούν υπ΄όψη, και πολλά παρεπόμενα τα οποία έπρεπε να προβλεφθούν.
Ο κύριος στόχος, πιστεύω, της άρνησης, και το βασικό κλειδί ερμηνείας της, είναι ότι κάποια ζητήματα, ιδιαίτερα αυτά που ξεφεύγουν του τεχνοκρατικού χαρακτήρα, αλλά υπεισέρχονται σε στρατηγικές ολοκληρωτικής απορρύθμισης της αγοράς εργασίας, πρέπει να συζητούνται, όχι σε τεχνοκρατικό επίπεδο διαπραγμάτευσης, αλλά πρέπει να εισαχθούν σε ένα ανώτερο πολιτικό επίπεδο.
Η κίνηση λοιπόν της ΔημΑρ είναι ένας μοχλός, μια πάσα στην κυβέρνηση, ώστε να ξεφύγει από τον Τόμσεν και τον Μαζούχ, και να θέσει το θέμα σε ανώτερο ευρωπαϊκό πολιτικό επίπεδο, αναζητώντας και δημιουργώντας τις κατάλληλες συμμαχίες μέσα στην Ε.Ε. Δυστυχώς όμως, προς ώρας η κυβέρνηση αποδεικνύεται αδύναμη και ακατάλληλη να προωθήσει τα ζητήματα κατ΄αυτόν τον τρόπο. Ώρες ώρες δίνεται η εντύπωση ότι η διαπραγμάτευση δεν είναι μεταξύ της κυβέρνησης και της τρόικας, αλλά μεταξύ της κυβέρνησης, ως εκπροσώπου της τρόικας και των δύο ελασσόνων υποστηρικτών της.
Από την άλλη, έχει καταστεί πασιφανές αυτό που εξ αρχής υπονοούσε η ΔημΑρ, ότι, δηλαδή, οι απαιτήσεις της τρόικας στα εργασιακά, είναι, ως επί το πλείστον, αποτέλεσμα πίεσης των εγχώριων εργοδοτικών εσμών. Στο ΒΗΜΑ της Κυριακής διαβάζουμε ακριβώς αυτά:
“Πίσω από τη μείωση των αποζημιώσεων και τη διευκόλυνση των απολύσεων κρύβονται οι τράπεζες.
Πίσω από την αμφισβήτηση της καθολικότητας των εθνικών εργασιακών συμβάσεων κρύβεται ο ΣΕΤΕ.
Πίσω από την κατάργηση του οικογενειακού επιδόματος και των τριετιών είναι ο ΣΕΒ.”
Ο
λύκος, ως γνωστόν, στην αναμπουμπούλα
χαίρεται. Πολλώ δε μάλλον, ο εν Ελλάδι,
ιδιαίτερα όταν έχει και τέτοιους
συμμάχους εκ της αλλοδαπής.
Η
κίνηση λοιπόν αυτή της ΔημΑρ ήταν η
σωστή κίνηση στην κατάλληλη ώρα. Και
μπορεί αφ΄ενός να έγινε βασισμένη σε
στρατηγική μεθόδευση, αφ΄ετέρου δε, και
τα τακτικά της αποτελέσματα δεν φαίνονται
να είναι και άσχημα.
Τέτοιου
είδους σιμουλτανέ ρουά, σε τριπλή
σκακιέρα, με την ίδια κίνηση, θα μπορούσαν
να γίνουν αντικείμενο μελέτης από
παγκοσμίου φήμης γκραν μετρ.
Το ΠΑΣΟΚ έμεινε να κοιτάζει από απόσταση. Κάτι πήγε να ψελλίσει περί ειδικού λογαριασμού, αλλά εδώ που τα λέμε, ο βρεμμένος το φοβάται το χαλάζι;
Ο ΣΥΡΙΖΑ ξαφνικά έχασε την πρωτοκαθεδρία ως πολέμιος της τρόικας. Καλά να πάθει, θα μου πείτε, αυτός επέλεξε να κάνει ασφαλή αντιπολίτευση από το απέναντι πεζοδρόμιο.
Γιατί, την εσωκομματική μειοψηφία, που την πας; Δεν έπρεπε να μπούμε στην κυβέρνηση, δεν έπρεπε να μπούμε στην κυβέρνηση, ε, ορίστε τώρα! Βέβαια, όπως μας έμαθε και η υπέρτατα “σουρρεαλιστική” μεν, ουκέτι “νεφελο”-βάμουσα δε, αλεπού τού Εξυπερύ, τίποτα σ' αυτόν τον κόσμο δεν είναι τέλειο. “Αργήσαμε”, ψελλίζει ο Βουδούρης στα παράθυρα που ξημεροβραδιάζεται. Δεν πειράζει, ορισμένες φορές είναι πιο γλυκό να αργείς, από το να αποχωρείς πρόωρα...
Για το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας είπαμε και πιο πάνω, ως γνήσιος σέντερ φορ, έπρεπε να τσιμπήσει την πάσα του αριστερού εξτρέμ και να σφυροκοπήσει την αντίπαλη εστία.
Επειδή, όμως, έξις δευτέρα φύσις εστί, η Ν.Δ. επιδίδεται σε αυτό που ξέρει καλύτερα, στην τελειοποίηση, δηλαδή, την έννοιας “ενδοτική διαπραγμάτευση”. Ότι όσο πιο πολύ υποχωρείς, τόσο πιο πολλά κερδίζεις, το είπε βεβαίως και ο Χριστός, αλλά αυτός εννοούσε τη βασιλεία των ουρανών.
Είδαμε την κίνηση της ΔημΑρ σε μακρο-επίπεδο πολιτικής στρατηγικής, την είδαμε και σε μικρο-επίπεδο πολιτικής τακτικής, συμφωνήσαμε και στις δυο περιπτώσεις. (Ή, έστω, τείνουμε να συμφωνήσουμε)
Μήπως, ρωτάω, θα έπρεπε να δούμε και τις οικονομικές προεκτάσεις και αφετηρίες της πρότασης της τρόικας.
Ας δούμε λοιπόν μερικά ψέματα και μερικές αλήθειες σε σχέση με τις βασικούς άξονες των εργασιακών, όπως τους θέτει η ΔημΑρ:
Η τρόικα δε ζητά κατ' αρχήν μείωση μισθών. Ζητά θεσμοθέτηση κατώτατου μισθού, απαλλαγμένου κατ' αρχήν, από όλα τα συμπαρομαρτούντα επιδόματα. Είναι προφανές ότι θέλει να απλοποιήσει τη μισθοδοτικό χάος με το οποίο είναι επιβαρυμένοι οι εργοδότες, και το οποίο θα πρέπει να νικήσουν, όταν θα θέλουν να κάνουν προσλήψεις.
Εδώ θα πρέπει να κάνουμε μια παρένθεση, και μάλιστα, διπλή.
Πρώτον, χελόου, οι εποχές έχουν αλλάξει, έχουμε 25% ανεργία, δεν ξέρω αν το έχουν αντιληφθεί εκεί στα ψηλά κλιμάκια της ΔημΑρ αυτό. Νομίζετε, ότι ο άνεργος που ψάχνει δουλειά θα την απαρνηθεί διότι δεν παίρνει το επίδομα γάμου;
Δεύτερον, έχετε καθόλου ιδέα, ιδιαίτερα όσοι μιλάτε για “ευρωπαϊκό κεκτημένο” , τι δημοσιονομική στριμοκωλιά, τι φτώχεια και τι ανεργία περάσαν, όλες οι μετα-σοσιαλιστικές χώρες της Βαλτικής, των Βαλκανίων και της Κεντρικής Ευρώπης, που τώρα ανήκουν περήφανα και με το σπαθί τους στην Ε.Ε., χωρίς παραποιήσεις στοιχείων, και μερικές από αυτές έχουν ήδη υιοθετήσει το ευρώ;
Ξέρετε, σαν τι ύβρις και σαν τι έπαρση ηχεί στα αυτιά τους η αξίωση του επιδόματος γάμου και της θεσμοθετημένης τριετίας;
Αλλά μόνο στην Ελλάδα, τη χώρα του λαθροσοσιαλισμού, όπου η νομενκλατούρα των συνδικάτων, δημοσίων τε και εργατοπατέρων, κανόνιζε τους μισθούς, συνέβαιναν αυτά, τα οποία δυστυχώς πρέπει να αλλάξουν, και μάλιστα με αναπόφευκτα επώδυνο τρόπο.
Διότι, καλώς ή κακώς, η αλλαγή αυτή θα είναι το μέλλον που έρχεται στις εργασιακές σχέσεις. Να προετοιμαστούμε πρέπει, και όχι να στρουθοκαμηλίζουμε.
Η τρόικα σου λέει ελεύθερες διαπραγματεύσεις. Όχι πια επεκτασιμότητα με τη βούλα του υπουργού σε πολυδαίδαλες συμβάσεις, οι οποίες στην ουσία αυξάνουν την ανεργία αντί να τη μειώνουν. (Σημειωτέον, ότι μιλάμε μόνο για την Ε.Γ.Σ.Ε.Ε. πλέον, η επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων έχει ήδη καταργηθεί.) Θα υπάρχει ένα νόμιμα θεσμοθετημένο κατώφλι μισθού, και από εκεί και πέρα ιδού πεδίο δόξης λαμπρό για τη διαπραγμάτευση, σε επίπεδο, σωματείου, ομάδας, αλλά και ατομικό.
Ε, λοιπόν, αυτό εμένα μου φαίνεται πολύ πιο υπεύθυνο και δημοκρατικό, από το να κρέμομαι, από να μην πω ποιο σημείο του κάθε Πολυζωγόπουλου, ο οποίος θα υπογράφει συμβάσεις για εμένα. Και, εδώ που τα λέμε, τι αξίας συμβάσεις;
Διότι, η ζούγκλα που επικρατεί στην αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα είναι απερίγραπτη. Είναι άσχετος ή εθελοτυφλεί, όποιος αγνοεί τους χιλιάδες εργαζόμενους, που ήδη τώρα που μιλάμε, υπογράφουν για μισθούς σύμφωνους προς το νόμο μεν, υψηλότερους του πραγματικού δε, υπογράφουν για δώρα που δεν παίρνουν, υπογράφουν για άδειες που δεν παίρνουν, και όλα αυτά για να μείνουν στη δουλειά. Α! Και για να έχουν λόγο ύπαρξης οι επαγγελματίες συνδικαλιστές.
Όχι, κύριοι, η νέα εποχή δυστυχώς προστάζει κάτι διαφορετικό. Κάτι που απαιτεί υπευθυνότητα και ωριμότητα στη διαπραγμάτευση από τη μονάδα, και τη μικρή συλλογικότητα, αντί για την φω ασφάλεια του χαμένου στο διάστημα μεγαλοσυνδικαλισμού.
Εκτός και αν αυτό που προέχει είναι η προστασία των εργαζομένων του δημοσίου και τραπεζικού τομέα.
Ας είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας. Εξάλλου η ΔημΑρ το λέει ξεκάθαρα:
Μεταφέρω αυτούσια:
“Η όλη συζήτηση για τους παλαιούς εργαζόμενους γίνεται διότι σαφώς υπάρχει πρόθεση για μείωση του κόστους απολύσεων σε χώρους που θα υπάρξουν συγχωνεύσεως και εξαγορές του ιδιωτικού τομέα (π.χ τράπεζες) αλλά και επιχειρήσεων που θα αποκρατικοποιηθούν. Οι απολύσεις αυτές θα συνδυαστούν με αντικατάσταση των συμβάσεων εργασίας με άλλες που θα είναι χαμηλής αμοιβής και ελαστικής μορφής (εκ περιτροπής, ορισμένου χρόνου, μερικής απασχόλησης, φασόν, έργου).”
Αιδώς, αργείοι! Η παλαιοαριστερή προκλητικότητα της παραπάνω φράσης, έχει τόση συμπύκνωση εντός της, που εντός ολίγου αναμένεται πυρηνική σχάση.
Σε απλά ελληνικά η ΔημΑρ θέλει να προστατέψει στο μάξιμουμ των απαιτήσεων και αποδοχών τους, τους υψηλόμισθους υπαλλήλους τραπεζών και ΔΕΚΟ, ώστε να μην υπάρχει περίπτωση ποτέ να βρουν δουλειά, με διαφορετικές συνθήκες εργασίας βέβαια, στη θέση τους νέοι άνεργοι!
Για την ευελιξία του ωραρίου δεν υπάρχουν και πολλά να πούμε. 'Όποιος γυρίζει μυρίζει, και όσα θέλει να χτυπήσει η ΔημΑρ συμβαίνουν ήδη εδώ και πολλά έτη, στον ιδιωτικό τομέα. Η διαφορά είναι ότι στον ιδιωτικό τομέα, πετυχαίνει αυτός που έχει όρεξη για δουλειά πραγματικά, και όχι αυτός που ψάχνει θέση για να βολευτεί. Και δουλεύει και με προθυμία διότι ξέρει ότι θα αμειφθεί γι αυτή τη δουλειά του. Κι αν ακόμη δεν αμειφθεί δουλεύει γιατί δε θα είναι εν τάξει με τον εαυτό του αν το αποτέλεσμα της δουλειάς του δε θα είναι το αναμενόμενο.
Δεν είναι καθόλου “προφανές” λοιπόν “ότι οι νέες ρυθμίσεις θα οδηγήσουν σε εκτεταμένες καταστρατηγήσεις από τις επιχειρήσεις του ωραρίου εργασίας.” Είναι πολύ περισσότερο προφανές, για όποιον ξέρει για τι πράγμα μιλάει, ότι αυτά συμβαίνουν ήδη. Ε, κάποτε πρέπει να μπει μια τελεία, σε αυτό το μπάχαλο, και, δυστυχώς, άλλος τρόπος δεν υπάρχει.
Παρ, όλα αυτά η ΔημΑρ επιμένει. Και καλά κάνει, διότι προτάσσει το πολιτικό. Δεν πειράζει, για τα άλλα περιμέναμε τόσο καιρό, ας περιμένουμε λίγο ακόμα, ποτέ δεν είναι αργά, ακόμα και για τον πιο παρωπιδοφόρο αριστερό, να δει τι συμβαίνει γύρω του πραγματικά.
Το μέγα ερώτημα είναι ως πότε θα επιμένει. Θα επιμείνει τόσο ώστε να πέσει η κυβέρνηση;
Άποψή μου είναι πως αυτό δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί, και δεν πρέπει να συμβεί.
Άσχετα ποιο θα είναι τελικά το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, έως τα μέσα του Νοέμβρη, άσχετα του ποιός θα την κάνει γυριστή, και ποιός θα επιχειρήσει να καρπωθεί ωφέλη από το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, η ΔημΑρ θα ψηφίσει τα μέτρα, ώστε η κυβέρνηση να διατηρηθεί ακέραια. Διότι η κυβέρνηση αυτή είναι σημαντική και έχει βάθος τετραετίας Τακτικές υποχωρήσεις λοιπόν συγχωρούνται, ως μέσον για την επίτευξη περισσοτέρων έως το τέλος της διαδρομής.
Οι Σειρήνες της “αριστερής ταυτότητας” ηχούν μαγευτικά στα αυτιά κάποιων, αλλά, δεν είναι στ' αλήθεια τόσο όμορφες. Η διαδρομή από το αυτί στον εγκέφαλο είναι που τις κάνει να μοιάζουν όμορφες και να σε ξελογιάζουν.
ΥΓ. Είμαι ρέκτης της Ελληνικής γλώσσας. Ανάμεσα στα άλλα, θαυμάζω το ότι μπορώ να πηγαίνω στο μουσείο της Ακρόπολης και να διαβάζω στις εκτιθέμενες επιγραφές τα ίδια περίπου (γραπτά) ελληνικά, τα οποία χρησιμοποιώ και σήμερα.
Ο βασικός λόγος λοιπόν που η ελληνική γλώσσα διατηρήθηκε εν τη εξελίξει της τόσα χρόνια, ο βασικός λόγος που όλες οι γλώσσες που καταφέρνουν να διατηρηθούν το πετυχαίνουν αυτό, είναι ότι αφομοιώνουν τις ξένες λέξεις. Και βασικό στοιχείο της αφομοίωσης είναι ο πτωτικός χαρακτήρας της ελληνικής κλίσης των ονομάτων.
Ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες λέξεις λοιπόν αφομοιώθηκαν και οι παρακάτω:
- Φορμάικα,
- Μελόντικα
- Φυσαρμόνικα
- Μόνικα
Αυτή η έρμη η “τρόικα” δε μπορεί να αφομοιωθεί; Μας χτυπάει την πόρτα η καϋμένη η λεξούλα να μπεί στη γλώσσα μας, κι εμείς της την κλείνουμε κατάμουτρα και την αφήνουμε απέξω στο αγιάζι και στο ξεροβόρι;
Μα, μόνο εμένα ενοχλείται τόσο η αισθητική μου από τη συνεχή επανάληψη της άκλιτης γενικής ενικού:
“Της τρόικα, της τρόικα, της τρόικα...”
Δοκιμάστε να την κλίνετε σωστά, δεν είναι ντροπή... Σωστή χρήση των ελληνικών είναι:
Πάμε όλοι μαζί δυνατά: “Της τρόικας, της τρόικας, της τρόικας...”
Δεν είναι πιο όμορφα τώρα;