ΦΙΛ

ΦΙΛ

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

Ο Λίνκολν στο Χαλάνδρι

Ο Λίνκολν, στην ταινία την οποία τον υποδυόταν ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις, είχε ένα μέγα πρόβλημα. Έπρεπε να περάσει την κατάργηση της δουλείας για τους μαύρους, αλλά ήξερε ότι η αυτή η πρακτική εφαρμογή της έννοιας της ισότητας ήταν ακόμα πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτή από την κυρίαρχη λευκή κοινωνία. Ίσως μάλιστα, όπως ο σκηνοθέτης μας αφήνει να υποθέσουμε, να είχε και ό ίδιος ο Πρόεδρος ακόμα πρόβλημα να αποδεχθεί κάτι τέτοιο. Η έννοια «ισότητα» από μόνη της έφερε ένα ασήκωτο βάρος, αμφίβολο για να το σηκώσει η κοινωνία.

Για αυτό και περιήλθε ενός τεχνάσματος. Σου λέει, δε θα μιλήσω γενικά για ισότητα, να κομπλάρουν όλοι και να κάνουν πίσω, και να πάει χαμένο αυτό που προσπαθώ να επιτύχω. Θα τους μπερδέψω λέγοντάς τους, ότι, εντάξει, οι μαύροι γενικά δεν (ξέρουμε αν) είναι ίσοι με του λευκούς, οπότε καταπραΰνονταν οι πιο οπισθοδρομικές φωνές, αλλά θεωρούνται ίσοι μόνο κατά ένα μέρος, σε ότι δηλαδή αφορά στο νόμο και μόνο.

Αυτό όμως ήταν ένα τεράστιο βήμα. Γιατί, αν το σκεφθούμε, τι άλλο χρειάζεται μια δημοκρατική κοινωνία για να λειτουργήσει ομαλά, από το να εξασφαλίζει ότι όλα τα μέλη της είναι ίσα απέναντι στο νόμο;

Αυτή είναι η αρχή που στηρίζει έκτοτε το κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως και σε όλες τις άλλες δυτικές δημοκρατίες έως σήμερα. Σε όλες; Όχι! Οι κάτοικοι μιας μικρής χώρας της Βαλκανικής συνεχίζουν να αντιστέκονται. Με τη βοήθεια του μαγικού φίλτρου που τους παρασκευάζει το ένδοξο παρελθόν τους αυτή η αρχή έχει βρει τη δική της σημασία και εφαρμογή.

Η εφαρμογή αυτή συνοψίζεται περίπου ως εξής: Όλοι οι πολίτες της χώρας είναι ίσοι απέναντι στο νόμο, εκτός αν ανήκουν σε μια ιδιαίτερη μειονότητα, η οποία φέρει κατά τη λαϊκή συνείδηση και δοξασία  το στίγμα του αδικημένου και του κυνηγημένου. Σε αυτή την περίπτωση η μειονότητα υπερέχει του νόμου και αποκτά ιδιαίτερα δικαιώματα, διαφορετικά από αυτά που ανήκουν στο μέσο πολίτη της χώρας. Αυτή δε η υπεροχή, συνδυαζόμενη με την ιδιαίτερη εκμετάλλευσή της από τους εγχώριους επαγγελματίες αριστερούς αγωνιστές και υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταλήγει να χειραγωγείται προς το βραχυπρόθεσμο προσπορισμό συγκεκριμένου πολιτικού όφελους.

Στο Χαλάνδρι υπάρχουν κάποια κτήματα. Τα κτήματα αυτά ανήκουν σε κάποιους. Αυτά τα κτήματα είναι καταπατημένα από Ρομά εδώ και δεκαετίες. Έχει δημιουργηθεί μια περίεργη κατάσταση όσον αφορά το καθεστώς σύμφωνα με το οποίο έχει δημιουργηθεί ο καταυλισμός διότι κανείς από οποιαδήποτε αρχή δεν τολμούσε έως πρότινος να το αγγίξει. Δικαστικές ενέργειες έχουν γίνει, αποφάσεις έχουν παρθεί αλλά ποτέ υλοποιηθεί εξ αιτίας της παραπάνω αιτίας.

Για τους κατοίκους της περιοχής το πρόβλημα υπήρχε πάντα, πολύ δε περισσότερο για τους ιδιοκτήτες. Κατέστη δε άμεσα επιλυτέο από τη στιγμή που οι τελευταίοι κλήθηκαν να πληρώσουν και φόρο ακίνητης περιουσίας για την περιουσία την οποία δε νέμονται εξ αιτίας της καταπάτησης

Οι αιτίες του προβλήματος είναι βαθιές και περιπλεγμένες. Η απαρχή τους όμως εντοπίζεται στο πως αντιμετωπίζουμε θέματα που έχουν να κάνουν με την πολιτισμική στην κοινωνία που έχουμε χτίσει διαφόρων μειονοτήτων και στη συγκεκριμένη περίπτωση των Ρομά.

Επειδή η σχέση είναι αμφίδρομη, υπάρχουν δυο όψεις για να έλθει κανείς αντιμέτωπος. Πως βλέπει η κυρίαρχη δομημένη κοινωνία την είσοδο του διαφορετικού μειονοτικού στοιχείου και πως βλέπει η μειονοτική ομάδα την είσοδο στην κοινωνία. Και σε αυτήν την περίπτωση μύθοι και προκαταλήψεις έχουν δημιουργηθεί εκατέρωθεν. Οι πιο επιβλαβείς είναι αυτές που διακατέχονται από τη λογική ότι μπορούν οι δυο πολιτισμοί, ο κυρίαρχος οργανωμένος και ο μειονοτικός να ζουν διακριτά, παράλληλα και ξεχωριστά. Αυτή η αντιμετώπιση είναι η πηγή κάθε ρατσιστικής αντίληψης και έχει σκοπό να φέρει τελικά σε αντιπαράθεση τους δυο πολιτισμούς.

Οι κοινωνίες που προόδευσαν είναι αυτές αντιμετώπισαν τις μειονοτικές εισόδους τελείως ανοικτά, επιτρέποντάς τους να αφομοιωθούν και να δημιουργήσουν εντός, κρατώντας όμως τις ιστορικές τους μνήμες.

Οι Ρομά είναι μια φυλή που έχει αποδείξει ότι μπορεί να ενταχθεί κοινωνικά πλήρως, και να αποτελέσει δυναμικό στοιχείο της κοινωνίας την οποία έχουμε χτίσει. Κατ΄αρχήν πρέπει να προσμετρήσουμε ότι έχουν απωλέσει ουσιαστικά εδώ και πολλές δεκαετίες το νομαδικό χαρακτήρα. Εγκαθίστανται στα αστικά κέντρα και μετατρέπονται σε βασικά στοιχεία της αστικής εξέλιξης. Εδώ και πολλά χρόνια αρκετά μέλη τους έχουν ασχοληθεί με ιδιαίτερη επιτυχία και με το (στεγασμένο) εμπόριο. Δε χρειάζεται βέβαια να πούμε τίποτα για την ενεργή και επικερδή τους συμμετοχή στη μουσική βιομηχανία της χώρας, αλλά και στον αθλητισμό.

Προβλήματα προσαρμογής υπάρχουν, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα της επαρχίας. Προκαταλήψεις και συμπεριφορές και από τις δυο πλευρές δημιουργούν ακόμα εμπόδιο για την πλήρη ή ομαλή συμμετοχή τους στις οργανωμένες θεσμικά κοινωνικές λειτουργίες των τόπων όπου ζουν. Η διαδικασία είναι σε εξέλιξη όμως.

Όπως κάθε πράγμα, η κοινωνική συμπεριφορά κατά τη διαδικασία της ένταξης αναδεικνύεται εν τέλει ως θέμα ατομικής επιλογής. Είναι προφανές λοιπόν ότι δουλειά των θεσμών είναι να δίνουν αυτές τις επιλογές στα μέρη και των δυο πλευρών.

Επίσης είναι προφανές ότι η ένταξη θα πρέπει να πραγματοποιείται με σεβασμό στους κοινωνικούς θεσμούς και στους θεσπισμένους νόμους εκατέρωθεν. Κάτω από αυτό το πρίσμα, όταν κάποιος καταπατά ξένη γη, πρέπει να έχει την ίδια αντιμετώπιση από την πολιτεία χωρίς να έχει σημασία εάν ανήκει σε κάποια ιδιαίτερη μειονότητα ή όχι. Στο κάτω κάτω αυτή είναι η μόνη αντιρατσιστική συμπεριφορά που μπορεί να υπάρξει. Αυτή που δεν κάνει διάκριση στην αντιμετώπιση του πολίτη από το νόμο εξ αιτίας της φυλετικής του ή οποιασδήποτε άλλη διαφοροποίησης.

Τούτων λεχθέντων, είναι λυπηρό να παρατηρεί κανείς πόσο κακή υπηρεσία προσφέρουν σε αυτό το σκοπό όσοι θεωρούν ότι το να είσαι μέρος κάποιας μειονότητας φέρνει αυτόματα το δίκιο με το μέρος και σου οφείλεται άκριτα πλήρης υποστήριξη, διότι τάχα είσαι εξ ορισμού ο αδικημένος. Αυτό είναι ρατσισμός από την ανάποδη.

Ακόμα δε πιο λυπηρό είναι όταν εγκαλούνται ως φασίστες από καθ΄ έξιν μονίμους υποστηρικτές πασών μειονοτήτων όσοι δημοσιογράφοι και λοιποί δημόσιοι εκφραστές γνώμης επισημαίνουν τα παραπάνω. Η απολυτότητά τους δε διαφέρει πολύ από την απολυτότητα προσφάτως δημοσιευθείσας άποψης πολιτικού αρχηγού, ο οποίος, αντιμετωπίζοντας πάνδημη την κατακραυγή χαρακτήρισε συλλήβδην εγκληματικό το παγκόσμιο Ισλάμ.

Εμού του ιδίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου